Από καιρό στις δημοσκοπήσεις διατυπώνεται στερεότυπα το ερώτημα «Θέλετε να μείνουμε πάση θυσία στο ευρώ;».
Σταθερά το ερώτημα συγκέντρωνε και συγκεντρώνει μια μεγάλη ως συντριπτική πλειοψηφία θετικών απαντήσεων.
Υπό τις σημερινές δραματικές περιστάσεις, προστέθηκε στη δημόσια συζήτηση το αίτημα για ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα «πάση θυσία».
Προφανώς, η απάντηση στα δύο ερωτήματα, που βρίσκονται πλέον συνυφασμένα περισσότερο από ποτέ, δεν εκλαμβάνεται από κανέναν με την κυριολεκτική έννοια του «πάση θυσία».
Όμως, δεν είναι σαφές τι έχουμε την πρόθεση να θυσιάσουμε και γιατί.
Μπορούμε να πούμε, συνοπτικά, ότι η διατύπωση υπαινίσσεται μια πρακτική αξιοθεσία και την απόφαση που λαμβάνεται βάσει αυτής.
Δηλαδή, αφορά το υπέρτερο αγαθό που θέλουμε να διαφυλάξουμε.
Η αξιοθεσία είναι πρακτική γιατί υποκινεί αποφάσεις για μια καλύτερη ζωή που δεν απορρέουν, για τους περισσότερους από μας, από βαθύ θεωρητικό στοχασμό.
Αλλά το περιεχόμενό αυτής της αξιοθεσίας μπορεί να εποπτευθεί.
Εν ολίγοις, το υπέρτερο αγαθό είναι η ζωή σε μια ευρωπαϊκή δημοκρατία.
Αυτή είναι το αναγκαίο πλαίσιο του δημόσιου και του ιδιωτικού μας βίου.
Τέτοια είναι η Ελληνική Δημοκρατία.
Είναι η προϋπόθεση της συλλογικής και ατομικής ελευθερίας, σε όλες τις εκφάνσεις της.
Και η προϋπόθεση αυτή είναι αγκυρωμένη στο θεσμικό πλέγμα της Ευρώπης.
Η ευημερία μας, είτε ως πραγματικότητα είτε ως δυνατότητα, εξαρτάται από τη συμμετοχή μας στην Ευρωζώνη.
Έξοδος από την ευρωζώνη θα συνεπαγόταν την αναστολή της συμμετοχής μας στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Δηλαδή, άρση της διπλής αγκύρωσης της Δημοκρατίας μας.
Η απώλεια αυτή θα συνεπαγόταν τη βίαιη φτωχοποίηση, τη συντριβή του κοινωνικού και οικονομικού ιστού και, μαζί, την εσωτερική θεσμική εκτροπή.
Η θεσμική εκτροπή θα τροφοδοτούσε περαιτέρω και εντέλει θα παγίωνε τη φτωχοποίηση και την κοινωνική συντριβή.
Οι άνθρωποι στη χώρα μας θα έχαναν την ιδιότητα του πολίτη, θα στερούνταν δικαιώματα που από τη Γαλλική Επανάσταση και ύστερα καθιερώθηκαν ως «φυσικά δικαιώματα του ανθρώπου».
Αν κάποιοι απεργάζονται πολιτική εκτροπή, οι ίδιοι απεργάζονται την άρση των προϋποθέσεων της δυνατότητάς μας για ευημερία.
Αυτά τα αντιλαμβανόμαστε, οι περισσότεροι, διαισθητικά.
Ευχόμαστε, λοιπόν, οι περισσότεροι, να επιτευχθεί μια συμφωνία η οποία, με τις επιμέρους θυσίες στις οποίες θα συναινέσουμε να υποβληθούμε, θα διαφυλάσσει το υπέρτερο αγαθό.
Και διαφυλάσσοντας το υπέρτερο αγαθό θα τις καθιστά σε βάθος χρόνου αναστρέψιμες ή αναπληρώσιμες.
Ειδικότερα και αμεσότερα, ευχόμαστε ότι ο πρωθυπουργός τη χώρας μας θα έχει τη γενναιότητα να υπογράψει μια πρόταση ικανή να γίνει αποδεκτή από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς.
Αλλά δεν αρκεί να το ευχόμαστε. Πρέπει και να το υποστηρίξουν οι πολιτικοί μας.
Το πιθανότερο είναι ότι η πρόταση (εφόσον δεν θα είναι προσχηματική αλλά ικανή να γίνει δεκτή από τους ευρωπαϊκούς θεσμούς) θα συνίσταται από μέτρα βαρύτερα εκείνης που θα μπορούσε να επιτευχθεί πριν από την τεχνική χρεοκοπία της χώρας.
Όμως, το μόνο που πρέπει να μας απασχολεί σήμερα είναι η εξασφάλιση του υπέρτερου αγαθού, το οποίο έχει τεθεί σε θανάσιμο κίνδυνο.
Αυτό σημαίνει ότι για ένα κρίσιμο διάστημα χρειάζεται να μετριαστεί η πολεμική που χαρακτηρίζει την πολιτική ζωή, και ασφαλώς να αποφευχθεί η χαιρεκακία, η μισαλλοδοξία και η μικροψυχία που ενδημούν στη δική μας πολιτική ζωή.
Στο ίδιο διάστημα, ο πρωθυπουργός, εφόσον λάβει τη γενναία απόφαση, θα πρέπει να υποστηριχθεί πάση δυνάμει.
Το διάστημα αυτό θα εκτείνεται και στη νομοθέτηση της συμφωνίας.
Είναι πιθανό μερίδα του μείζονος κυβερνώντος κόμματος να διαφοροποιηθεί και να αποσκιρτήσει. Στην περίπτωση αυτή, μια ενδεχόμενη απώλεια της δεδηλωμένης θα πρέπει να τύχει πολύ προσεκτικής διαχείρισης από το σύνολο του δημοκρατικού πολιτικού κόσμου. Η συμφωνία πρέπει οπωσδήποτε να ψηφιστεί από τη Βουλή.
Αλλά είναι τελείως αμφίβολο αν η χώρα θα μπορούσε να οδηγηθεί αμέσως σε εκλογές. Εκτός από την περίπτωση ανασύνθεσης μιας κυβερνητικής πλειοψηφίας, ακόμα και μια κυβέρνηση μειοψηφίας υπό τον σημερινό πρωθυπουργό με την ενεργητική ανοχή της δημοκρατικής αντιπολίτευσης δεν πρέπει να αποκλειστεί.
Τα πάντα χρειάζεται να γίνουν με συνέργεια του δημοκρατικού πολιτικού κόσμου μέχρι να σταθεροποιηθεί στοιχειωδώς η κατάσταση της χώρας.
Υπάρχει χρόνος για καθετί. Καιρός για αντιπαράθεση.
Καιρός για εναλλαγή στην εξουσία. Στο τέλος, το πολιτικό σώμα (ο «λαός») αποδίδει την ευθύνη των πεπραγμένων και αναθέτει την ευθύνη για τα μέλλοντα.
Αλλά δεν είμαστε σε αυτή τη στιγμή.
Τώρα προέχει να διαφυλάξουμε το υπέρτερο αγαθό.
Για την κυβέρνηση και την αντιπολίτευση η ευθύνη είναι κοινή.
Αν, πάλι, ο πρωθυπουργός αποτύχει να υπογράψει μια ικανή συμφωνία, τότε, ξανά, η διαφύλαξη του υπέρτερου αγαθού θα οδηγήσει τις πράξεις μας.
Σε πολύ διαφορετικό δρόμο.
πηγή: tovima.gr