Ετσι βυθίστηκε το «Ηράκλειο» (φωτογραφίες +βιντεο)
Το επιβατηγό - οχηματαγωγό (Ε/Γ-Ο/Γ) Ηράκλειον ήταν πλοίο (φέρι-μποτ κλειστού τύπου) που εκτελούσε την ακτοπλοϊκή συγκοινωνία Πειραιάς-Χανιά και Πειραιάς - Ηράκλειο (Κρήτη) την περίοδο 1965-1966, η κατάληξη του οποίου συνδέθηκε με μία από τις μεγαλύτερες ναυτικές τραγωδίες στην Ελλάδα.
Στοιχεία του πλοίου
Ναυπηγήθηκε το 1949 στη Γλασκόβη της Σκοτίας στα ναυπηγεία Fairfield Co Ltd για λογαριασμό αγγλικής εταιρείας ως δεξαμενόπλοιο. Είχε χωρητικότητα 8.922 κόρων, μήκος 498 πόδια, πλάτος 60 πόδια, και βύθισμα 36 πόδια ενώ έφερε μηχανή ατμοστροβίλων που του έδινε ταχύτητα 17 κόμβων. Εξυπηρετούσε τη γραμμή Αγγλίας-Βιρμανίας. Το αρχικό του όνομα ήταν "Leicestershire" (Λέστερσαϊρ).
Το 1964, μετά από μετασκευή σε φέρι-μποτ, περιήλθε στην εταιρεία των Αδελφών Τυπάλδου και υψώνοντας την Ελληνική σημαία νηολογήθηκε στον Πειραιά με αριθμό Ν.Π. 2562. Τον Ιούνιο του επόμενου έτους (1965) δρομολογήθηκε στις ακτοπλοϊκές γραμμές Πειραιά - Κρήτης.
Το μοιραίο ταξίδι
Την Τετάρτη 7 Δεκεμβρίου 1966 και ώρα 7:30 μ.μ., το Ηράκλειον απέπλευσε από το λιμάνι της Σούδας με μισή ώρα καθυστέρηση, μεταφέροντας 206 επιβάτες, 70 μέλη του πληρώματος και 17 φορτηγά στον Πειραιά. Πλοίαρχος του πλοίου ήταν ο Εμμανουήλ Βερνίκος. Η κακοκαιρία που υπήρχε στο Κρητικό πέλαγος ανάγκασε το Λιμεναρχείο να απαγορεύσει τον απόπλου των μικρών σκαφών, αλλά τα αναμενόμενα, στο ανοιχτό πέλαγος, 5 ή 6 μποφόρ, δεν θεωρήθηκαν επικίνδυνα για το 19.000 τόννων πλοίο. Το ίδιο βράδυ, πολλοί αθηναϊκοί κινηματογράφοι πρόβαλαν ένα διαφημιστικό φιλμ για τα σκάφη της "Εταιρίας Τυπάλδου", τα οποία παρουσιάζονταν ως "τα πολυτελέστερα, τα ανετότερα και, φυσικά, τα ασφαλέστερα", με πρώτο και καλύτερο το καύχημα της εταιρίας, "το ασυναγώνιστον φέρι-μποτ Ηράκλειον, ταχύτητος 19 μιλλίων".
Μετά τα μεσάνυχτα, το Ηράκλειον έπλεε στο Μυρτώο Πέλαγος μέσα σε υψηλό κυματισμό με συνεχείς διατοιχισμούς (πλευρικές ταλαντώσεις, "μποτζαρίσματα") καθώς η ένταση των ανέμων αυξήθηκε σε 8 μποφόρ. Οι επιβάτες άρχισαν να ξυπνάνε στις καμπίνες τους και τα παιδιά να κλαίνε. Τα αυτοκίνητα μετακινήθηκαν και στο γκαράζ άρχισαν να μπαίνουν νερά.
Στις δύο μετά τα μεσάνυχτα, καθώς το πλοίο έπλεε 6 μίλια βορειοανατολικά της Φαλκονέρας, ένα μεγάλο φορτηγό-ψυγείο 5 τόνων με φορτίο πορτοκάλια, που φορτώθηκε κάθετα προς το διάμηκες επίπεδο συμμετρίας του πλοίου, απασφαλίστηκε από τους διαρκείς κλυδωνισμούς και χτύπησε με φόρα στην μπουκαπόρτα. Κάποιος ναύτης έτρεξε να ειδοποιήσει τον οδηγό να πάει να το ασφαλίσει. Δεν πρόλαβε. Κατά μαρτυρίες, ο καταπέλτης άνοιξε σταδιακά από τις παλινδρομικές προσκρούσεις του φορτηγού-ψυγείου, γεγονός που επιβεβαιώνει τις υποθέσεις ότι δεν είχε ασφαλισθεί σταθερά με τους 6 πείρους που διέθετε. Από τον πλευρικό καταπέλτη που υποχώρησε κι άνοιξε, το φορτηγό-ψυγείο έπεσε στη θάλασσα η οποία και κατέκλυσε στη συνέχεια όλο το χώρο των οχημάτων. Οι άνεμοι στη θαλάσσια περιοχή την ώρα του ναυαγίου υπολογίστηκαν σε 10, τουλάχιστον, μποφόρ.
Μετά την πτώση του φορτηγού ψυγείου στη θάλασσα, το πλοίο ήλθε πάλι στη θέση του και επέπλεε στην επιφάνεια της θάλασσας με μόνο τις ηλεκτρογεννήτριες ασφαλείας σε ενέργεια και κατόπιν, λόγω της μεγάλης πλέον ελεύθερης επιφάνειας υδάτων που είχαν κατακλύσει το γκαράζ, το πλοίο άρχισε να παίρνει πολύ μεγάλες κλίσεις.
Στις 02.06' ο ασυρματιστής εξέπεμψε το πρώτο αγωνιώδες SOS "Πορθμείον Ηράκλειον. Αυτήν την στιγμήν ανηρπάγη η πόρτα της δεξιάς πλευράς. Θέσις πλοίου επικίνδυνος" ενώ παράλληλα η κλίση αυξανόταν με επιταχυνόμενο ρυθμό και το πλοίο ανέκοπτε την ταχύτητά του. Στη γέφυρα οι αξιωματικοί έκαναν απελπισμένες προσπάθειες, όμως το πλοίο έγερνε κι άλλο κι άρχισε να βυθίζεται. Στις 02:07 σήμανε συναγερμός. Μοιράστηκαν όπως-όπως σωσίβια και ρίχτηκαν οι βάρκες στη θάλασσα. Στις 2.13', μόλις 8 λεπτά από το πρώτο σήμα κινδύνου, ο ασύρματος του Ηράκλειον εξέπεμψε για τελευταία φορά: "SOS! Πορθμείον Ηράκλειον SOS, βυθιζόμεθα! Στίγμα 36.52 βόρειον και 24,8 ανατολικόν! SOS βυθιζόμεθα!" και ακολούθησε σιγή.
Χρονικό διάσωσης
Το υποτυπώδες τότε τμήμα επικοινωνιών του Υπουργείου Ναυτιλίας εις μάτην προσπαθούσε να αναζητήσει πλοία στη γύρω περιοχή του ναυαγίου. Τα Λιμεναρχεία Πειραιώς, Σύρου και Κρήτης ανέφεραν αδυναμία αποστολής μέσων για παροχή βοήθειας, αφού ούτε και ρυμουλκά για τέτοιες ανάγκες υπήρχαν. Δυστυχώς ούτε το Ε/Γ-Ο/Γ "Μίνως", που έπλεε 15 μίλια βορειότερα, "άκουσε" το σήμα κινδύνου.
Στις 02:30 ενημερώθηκε ο τότε αρχηγός του Λιμενικού Σώματος για το τραγικό συμβάν και βεβαίως για όλες τις δυσχέρειες που το συνόδευαν. Ακολούθως ενημερώθηκε ο υπουργός Εμπορικής Ναυτιλίας και εκείνος με τη σειρά του ενημέρωσε τον υπουργό Εθνικής Αμύνης.
Το τότε Αρχηγείο Ναυτικού (Πλατεία Κλαυθμώνος) ανέφερε ότι πολεμικό πλοίο που βρίσκεται στη Σύρο με σβηστές μηχανές θα χρειασθεί τουλάχιστον 3-4 ώρες για απόπλου συν τις ώρες που θα χρειαζόταν για να φτάσει στον τόπο του ναυαγίου. Οι ώρες περνούσαν και η αγωνία άρχισε να κορυφώνεται, κάποια πλοία που έλαβαν το σήμα δήλωσαν αλλαγή πορείας τους προς το στίγμα του Ηράκλειον, απείχαν όμως πολύ, κάποια ανατολικά των Κυκλάδων, άλλο δυτικά της Καλαμάτας, και δύο αγγλικά πολεμικά ΒΑ της Κρήτης.
Στις 04:30 εμπλεκόμενοι αρχηγοί και υπουργοί βρέθηκαν στις υπηρεσίες για άμεση ενημέρωση, ενώ δόθηκε εντολή απόπλου στο Α/Γ "Σύρος" του τότε βασιλικού Ναυτικού. Γύρω στις 05:30 αποφασίστηκε η γνωστοποίηση του συμβάντος στον τότε πρωθυπουργό με όλες τις εξελίξεις και τις επιμέρους αδυναμίες. Μετά από κάποιες ενημερώσεις για τον μεγάλο χρόνο προσέγγισης των πλοίων που ήδη προσέτρεχαν, γύρω στις 06:00-06:30 ο πρωθυπουργός ενημέρωσε τον βασιλιά Κωνσταντίνο στο Τατόι. Τότε ενημερώθηκε και το αρχηγείο Αεροπορίας. Στις 07:20 ένα Douglas C-47 Skytrain απογειώθηκε από το στρατιωτικό αεροδρόμιο της Ελευσίνας και λίγα λεπτά μετά το ακολούθησαν άλλα δύο.
Τα πρώτα μηνύματα από τα καράβια που κατέπλευσαν στον τόπο της τραγωδίας, στις 8.30' το πρωί, ήταν αποκαρδιωτικά: ούτε ένα συντρίμμι από το ναυάγιο και πολύ περισσότερο ούτε ίχνος επιζώντων. Οι πρώτες εκδόσεις των εφημερίδων ανέφεραν ότι το Ηράκλειον βυθίστηκε αύτανδρο. Η κυβέρνηση Στεφανόπουλου κήρυξε εθνικό πένθος διάρκειας μίας εβδομάδας. Τα ελαφρά τραγούδια σταμάτησαν στους ραδιοσταθμούς, που μετέδιδαν συνεχώς ειδήσεις για την τραγωδία και πένθιμη κλασική μουσική.
Στις 09.45-10.00 το πρώτο Douglas C-47 Skytrain έφτασε κοντά στο στίγμα, όπου και εντόπισε το φορτηγό-ψυγείο να επιπλέει, συνάμα στον ορίζοντα φαινόταν καθαρά το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton που έσπευδε ολοταχώς. Τότε το αεροπλάνο άρχισε τους "κύκλους έρευνας-διάσωσης" σε συνεχώς μικρότερο ύψος, όταν ακούσθηκε ο πιλότος του δεύτερου αεροπλάνου σχεδόν να προστάζει: "Μεγαλειότατε η πτήση σας είναι επικίνδυνη, πάρτε γρήγορα ύψος!". Ο κυβερνήτης του Ashton, αντιλαμβανόμενος ότι στην αποστολή συμμετείχε και ο βασιλιάς Κωνσταντίνος, ακούστηκε να λέει: "Μεγαλειότατε η Ashton στις διαταγές σας" και η απάντηση «Ευχαριστώ, ακολούθα με...», αρχίζοντας τις ρίψεις καπνογόνων και σωσιβίων, όπου, από αέρος, εντοπίστηκαν ναυαγοί.
Στις 12.00 το τραγικό συμβάν είχε μαθευτεί σχεδόν σε όλο τον Πειραιά, με πρώτους τους συγγενείς που περίμεναν το πρωί το πλοίο να έχουν συγκεντρωθεί μπροστά στο κτήριο των πλοικτητών αδελφών Τυπάλδου στην ακτή Τζελέπη.
Ως τις 17.00, που έπεσε το σκοτάδι, είχαν περισυλλεγεί 45 διασωθέντες. 10-12 ασθενοφόρα από την Αθήνα κατήλθαν μέσω της οδού Πειραιώς τις οδούς Γούναρη και Εθνικής Αντιστάσεως, ενώ άλλα 7-8 ασθενοφόρα από την Τερψιθέα Πειραιά, όπου βρισκόταν ο σταθμός Πρώτων Βοηθειών του Πειραιά, κινήθηκαν προς τον Άγιο Νικόλαο, όπου θα προσέγγιζε το πλοίο.
Σκηνές αλλοφροσύνης, με τα ξεφωνητά χαράς να εναλλάσσονται με τους σπαρακτικούς θρήνους, εκτυλίχθηκαν για ώρες, μέχρι να μεταφερθούν όλοι οι επιζώντες στο Τζάνειο. Την ίδια ώρα τα Χανιά βυθίστηκαν στο πένθος. Τα μαγαζιά έκλεισαν, οι σημαίες ανέμιζαν μεσίστιες σε σπίτια και δημόσια κτίρια, μοιρολόγια ακούγονταν σε κάθε δρομάκι κι έξω από το πρακτορείο των Τυπάλδων υπήρχαν μαυροντυμένες γυναίκες, σοβαρές και αμίλητες
Η κυκλοφορία μπροστά στο Τελωνείο Πειραιά και γύρω από την εκκλησία του Αγ. Νικολάου είχε διακοπεί. Ώρα 19.00 και είχε πια νυχτώσει, όταν το Ν/Κ "Ashton" εισήλθε αργά στο λιμένα του Πειραιά που μετέφερε 2 διασωθέντες ναύτες, τους Αντώνιο Καμπούρη και Δημήτριο Οικονόμου από την Σητεία Κρήτης, καθώς και νεκρούς. Το ίδιο βράδυ παρασημοφορήθηκε ο κυβερνήτης του Ν\Κ "Ashton" από τον βασιλιά.
Την επόμενη μέρα το βασιλικό ζεύγος συνοδευόμενο από τον πρωθυπουργό και από 2-3 υπουργούς επισκέφθηκαν ναυαγούς στο Τζάνειο Νοσοκομείο, στον Ευαγγελισμό και στον Ερυθρό Σταυρό, όπου είχαν επίσης εισαχθεί.
Τα πλοία που προσέτρεξαν τότε στο ναυάγιο ήταν το Ε/Γ-Ο/Γ Μίνως της εταιρείας Ευθυμιάδη, που ακολουθούσε το Ηράκλειον: είχε αποπλεύσει από τον λιμένα Ηρακλείου μετά τον απόπλου του Ηράκλειον από τα Χανιά. Επίσης το Χανιά, πλοίο της ίδιας εταιρείας με του Ηράκλειον, το φινλανδικό Nula, το Δ/Ξ Aldebaran (ελληνικό), το ρωσικό Φ/Γ Ουρίσκ, το πολωνικό Φ/Γ Vako, το αγγλικό ναρκαλιευτικό Ashton, το αγγλικό αντιτορπιλλικό Levertog και το ελληνικό αρματαγωγό Σύρος του Β.Ν.
Σε άρθρο της εφημερίδας "Ρεθεμνιώτικα Νέα" αναφέρεται: "Μόλις στις 15 Δεκεμβρίου του 1975 ανακοινώθηκε ο ακριβής αριθμός των θυμάτων του ναυαγίου: 247 νεκροί"... "Tο πλοίο του Τυπάλδου «Ηράκλειον», ταξιδεύοντας με σφοδρή θαλασσοταραχή, βυθίστηκε ανοικτά της Φαλκονέρας, παρασύροντας στο θάνατο 247 επιβάτες. Από την παγωμένη θάλασσα ανασύρθηκαν (ζωντανά) μόνο 47 άτομα, κάτω από απερίγραπτες συνθήκες". O Δήμαρχος Χανίων Κρήτης σε γραπτό δημοσιευθέν μήνυμά του για την επετειακή ημέρα 8-12-2013, αναφέρει: "Σαράντα επτά χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την αποφράδα ημέρα της 8ης Δεκεμβρίου του 1966 όταν στη θαλάσσια περιοχή της Φαλκονέρας σημειώθηκε το ναυάγιο του επιβατηγού/οχηματαγωγού πλοίου "Ηράκλειον", στο υγρό τάφο του οποίου παρασύρθηκαν 273 ψυχές".Την 8-12-2013 επίσης στο Εθνικό Ίδρυμα Μελετών «Ελευθέριος Βενιζέλος» στα Χανιά παρουσιάστηκε το βιβλίο του Γιώργου Τρανταλίδη με τίτλο: «Το ναυάγιο της Φαλκονέρας - Ηράκλειον». ‘Όπως υποστήριξε ο συγγραφέας, τα θύματα του « Ηράκλειον» όπως προκύπτει από δικά του στοιχεία ήταν 277 χωρίς σε αυτούς να συμπεριλαμβάνονται φυλακισμένοι και αθίγγανοι που βρισκόταν στο πλοίο. Στο βιβλίο υπάρχουν αφηγήσεις διασωθέντων, τα ονόματα των διασωθέντων και των επιβατών που έχασαν τη ζωή τους, καθώς και οι αποφάσεις των δικαστηρίων για τους υπαιτίους της ναυτικής τραγωδίας.
Οι βιβλιογραφικές και διαδικτυακές πηγές, γενικά συμφωνούν στον αριθμό όσων ναυαγών διασώθηκαν (47) και στον αριθμό των σορών που βρέθηκαν και κηδεύτηκαν (μόλις 25 σοροί περισυνελέγησαν και κηδεύτηκαν) αναφέρουν όμως ενίοτε διαφορετικό αριθμό θυμάτων του τραγικού ναυαγίου, διαφορετικό μεταξύ τους, διαφορετικό κάποτε στο ίδιο άρθρο.
Ο πλοίαρχος Εμμανουήλ Βερνίκος, αν και ήταν ο πρώτος που έπεσε στη θάλασσα φέροντας σωσίβιο, όπως είπαν οι διασωθέντες αξιωματικοί, ποτέ δεν βρέθηκε (επιζών ή η σορός του).
Εκτός από τα στοιχεία που αναφέρονται ανωτέρω, δημοσιεύονται κι αναδημοσιεύονται αρκετές άλλες εκδοχές για τα θύματα του τραγικού ναυαγίου του Ε/Γ - Ο/Γ "Ηράκλειον" στην Φαλκονέρα, την 8-12-1966. Μια εκδοχή: Από τους 73 ναυτικούς (πλήρωμα) του πλοίου και τους 191 επιβάτες σώθηκαν μόνο 46, (16 από το πλήρωμα και 30 επιβάτες): Οι υπόλοιποι 217 πνίγηκαν. Στο ίδιο όμως άρθρο, αρχικά αναφέρεται ότι ο αριθμός των θυμάτων είναι 273. Άλλες πηγές αναφέρουν ότι θα θύματα του ναυαγίου είναι 224.,.Με βάση άλλο δημοσίευμα οι νεκροί κατά τα επίσημα στοιχεία είναι 240. Πρόσφατη πτυχιακή εργασία σχετική με τα αίτια του ναυαγίου του Ε/Γ - Ο/Γ "Ηράκλειον" αναγράφει: "205 ταξιδιώτες και 65 μέλη του πληρώματος πέφτουν στα κρύα νερά του Αιγαίου, ανοικτά της Φαλκονέρας. 223 άτομα χάνουν τη ζωή τους ενώ μόλις 47 κατορθώνουν να επιβιώσουν (σελ. 9) ενώ στη σελ. 4 της ίδιας εργασίας αναγράφεται ο αριθμός θυμάτων σε 224: "Ήταν τις πρώτες πρωινές ώρες της 8ης Δεκεμβρίου 1966, κοντά στην βραχονησίδα Φαλκονέρα (23 ν.μ. βορειοδυτικά της νήσου Μήλου), όταν το επιβατηγό - οχηματαγωγό πλοίο «Ηράκλειον», που εκτελούσε το δρομολόγιο Χανιά - Πειραιάς, βυθίστηκε, λόγω ανοίγματος στη γάστρα άνωθεν του καταστρώματος στεγανών φρακτών και προοδευτικής κατάκλυσης του καταστρώματος οχημάτων, με αποτέλεσμα να βρουν το θάνατο 224 άνθρωποι (σελ. 4). Στο ίδιο πόνημα όμως στην σελ. 14 παρατίθεται πίνακας, με αναφορά σε 217 θύματα! Αλλά στη σελ. 45 ο αριθμός υπολογίζεται σε 236, όπως συνάγεται από την φράση "Μέχρι το τέλος της επιχείρησης διάσωσης περισυλλέγησαν 47 ναυαγοί από τους 283 επιβαίνοντες" (μάλιστα σημειώνεται ότι τα στοιχεία είναι επίσημα από το πόρισμα της ΑΕΕΝΑ). Το ότι δεν υπάρχει στα δημοσιεύματα, έντυπα και διαδικτυακά ένας ενιαία αποδεκτός αριθμός των θυμάτων, εξηγείται από μαρτυρία στην ίδια έρευνα και στην Εφημ. "Πατρίς" Χανίων: "Πολλά τα θύματα και ανεξακρίβωτος ο αριθμός τους, καθώς οι περισσότεροι έκοβαν εισιτήριο κατά τη διάρκεια του ταξιδιού κι έτσι δεν αναφέρονταν στις λίστες των επιβατών.,.[14][15] Επίσης εξηγείται από την μαρτυρία ενός άλλου αυτόπτη μάρτυρα, ναυαγού που επέζησε: "(μετά το ναυάγιο) Λιμενάρχης, μου λέει κάποια ονόματα και με ρωτάει αν τους ξέρω, του λέω εγώ πως δεν ήξερα κανέναν τους. «Ξέρεις γιατί σε ρωτάω; Το λιμενικό έχει δικαίωμα να δίνει 3-4 δωρεάν εισιτήρια σε κάθε καράβι. Σε ερωτώ λοιπόν γιατί είχα δώσει σε αυτούς τα ελευθέρας… Σας το λέω όλο αυτό γιατί ούτε ξέρει κανείς πόσα ακριβώς ήταν τελικά τα θύματα από το ναυάγιο. Είχε μέσα Ατσιγγάννους και άλλους, Χανιώτες Ρεθεμνιώτες, πιο πολλοί ήταν Χανιώτες… Δεν είναι επακριβές το νούμερο, αλλά σας λέω ότι δε θα ήταν 500...…46 γλιτώσαμε…". Στο προαναφερθέν βιβλίο του δικηγόρου συγγραφέα κ. Γιώργου Τρανταλίδη "στο προλογικό σημείωμά του, ο συγγραφέας... χρειάστηκε πολύχρονη έρευνα σε εφημερίδες και αρχεία, ώστε να συγκεντρωθούν όλες οι καταγεγραμμένες μαρτυρίες και ονόματα.
Από αυτή την έρευνα ανέκυψαν ορισμένα νεότερα συγκλονιστικά στοιχεία, όπως για παράδειγμα ότι μέχρι σήμερα ο αριθμός των θυμάτων ναυαγίου παραμένει απροσδιόριστος, με σοβαρές ενδείξεις ότι ήταν πολύ μεγαλύτερος από τους 276, που αναφέρει ο συγγραφέας ή τους 215 σύμφωνα με άλλους μελετητές.
Αυτό το συγκλονιστικό στοιχείο προκύπτει από το γεγονός ότι μέσα στο πλοίο κανένας επιβάτης δεν ήταν καταγεγραμμένος και ανάμεσά τους υπήρχαν πολλοί Ρομά και κρατούμενοι, που χάθηκαν και είναι αμφίβολο εάν αναζητήθηκαν ποτέ και από κανέναν.
«Εκατοντάδες άνθρωποι χάθηκαν άδικα εκείνη την ημέρα. Πολύ περισσότεροι απ’ όσοι δηλώθηκαν τότες στα επίσημα κιτάπια», είχε πει ο Δημήτρης Γεωργακάκης, από τον Πλατανιά Κυδωνίας Χανίων. Και συνέχισε λέγοντας «Ντα μόνο οι γύφτοι που ήταν στο γκαράζ του πλοίου ξεπερνούσαν τους 150».
Λίγο παρακάτω, ο ίδιος, που ήταν οδηγός και γι’ αυτό βρισκόταν κοντά στο γκαράζ λέει: «Με το που ανοίγει η πόρτα φεύγουν στην θάλασσα όλοι οι γύφτοι (πάνω από 150) που ήταν στο γκαράζ και εμείς απού μπορεί κι απάνω του».
Νωρίτερα, επίσης είχε αποκαλύψει ότι «θυμάμαι ότι οι αστυνομικοί ήταν αλυσοδεμένοι με τους κρατούμενους, όμως, δεν έλυσαν ούτε έναν, γιατί δεν πίστευαν ότι θα βουλιάξει το καράβι».
Οι υπεύθυνοι
Ο καθ' ύλην αρμόδιος υπουργός Ισίδωρος Μαυριδόγλου δεν παραιτήθηκε. Παρέμεινε στη θέση του ως την πτώση της κυβέρνησης Στεφανόπουλου και εμφανίστηκε ευδιάθετος, χαμογελαστός και "άνετος" με τους δημοσιογράφους στη Βουλή, που συνήλθε εκτάκτως για να διερευνήσει τα αίτια της τραγωδίας. Οι αδελφοί Τυπάλδοι δεν έβγαλαν καμία ανακοίνωση για να εκφράσουν τη "συντριβή" τους και τη συμπαράστασή τους στις οικογένειες των νεκρών. Η υπό τον Στρατή Ανδρεάδη ηγεσία της Ένωσης Ελλήνων Εφοπλιστών αποφάσισε να διαθέσει στις οικογένειες των θυμάτων το ποσό των 100.000 δραχμών συνολικά -ούτε καν 500 δραχμές για την κάθε οικογένεια θύματος. Η πανελλήνια κατακραυγή γι' αυτήν την "κοστολόγηση" της ανθρώπινης ζωής οδήγησε πολλούς εφοπλιστές να διαχωρίσουν δημόσια τη θέση τους. Μεταξύ αυτών και ο Γιάννης Λάτσης, ο οποίος, στην επιστολή παραίτησής του από την Ένωση, τόνισε μεταξύ άλλων τα εξής:
"Εξεθέσατε απαραδέκτως τους Έλληνες εφοπλιστές, τους οποίους ούτε καν εσυμβουλευθήκατα, ως συνήθως, με το γελοίον ποσόν που είχατε την επιπολαιότητα να μετάσχετε εις τον έρανον της εθνικής τραγωδίας, δια την οποίαν τουλάχιστον ηθικήν ευθύνην υπέχομεν άπαντες".
Πραγματικά, δεν ήταν μόνο η "κακιά ώρα" που έστειλε στον υγρό τάφο 226 ζωές. Στη Φαλκονέρα παίχτηκε η τελευταία, δραματική πράξη ενός "χρονικού προαναγγελθέντων θανάτων" που άρχισε το 1964, όταν οι Τυπάλδοι αγόρασαν το ηλικίας 15 ετών αγγλικό φορτηγό Λέστερσαϊρ, το βάφτισαν Ηράκλειον και το μετασκεύασαν όπως-όπως σε φέρι-μποτ. Από την πρώτη κιόλας στιγμή, η Επιθεώρηση Εμπορικών Πλοίων εξέφρασε τις ανησυχίες της: το πλοίο δεν ήταν έτοιμο να μπει στις ατμοπλοϊκές μεταφορές. Ενώ όλα τα ομοειδή σκάφη είχαν έρμα της τάξης των 6.000 τόννων, το Ηράκλειον δεν ξεπερνούσε τους 800 τόννους, χώρια τα άλλα προβλήματα της βιαστικής μετασκευής. Παρόλα αυτά, οι Τυπάλδοι πήραν προσωρινή άδεια δρομολογήσεως, μιας και ήταν ήδη καλοκαίρι και δεν προβλέπονταν φουρτούνες, με τη δέσμευση ότι ως το φθινόπωρο θα έχουν γίνει οι αναγκαίες μετατροπές. Κάτι τέτοιο δεν έγινε ποτέ, αλλά η εταιρία κατάφερνε να παίρνει παρατάσεις. Στο μεταξύ τα θλιβερά προμηνύματα δεν έπαυαν να συσσωρεύονται: τον Δεκέμβριο του 1965 το Ηράκλειον συγκρούστηκε με το Φαιστός στο λιμάνι του Πειραιά και έπαθε σοβαρές ζημιές, ενώ λίγες μέρες αργότερα, σε νέο ατύχημα, έπαθε ζημιές η μοιραία μπουκαπόρτα. Ακολούθησαν νέες προειδοποιήσεις της Επιθεώρησης, νέα μπαλώματα και παρατάσεις. Ώσπου, το Νοέμβριο του 1966, οι τεχνικοί της Επιθεώρησης αρνήθηκαν να υπογράψουν το πρωτόκολλο δρομολογήσεως. Το πλοίο έπρεπε να "δέσει" και να επισκευαστεί επειγόντως. Ωστόσο, το πλοίο ξαναβρέθηκε στα πελάγη χωρίς να επισκευαστεί. Οι εφημερίδες έκαναν λόγο για ιδιόχειρο, παράτυπο σημείωμα που γράφτηκε καθ' υπόδειξιν του ίδιου του υπουργού Ναυτιλίας Ι. Μαυριδόγλου, κάτι που ο ίδιος αρνήθηκε πεισματικά, αλλά όχι πειστικά, καθώς δεν έδωσε οποιεσδήποτε διευκρινίσεις για τις συνθήκες του μοιραίου απόπλου, προφασιζόμενος τη "μυστικότητα των ανακρίσεων».
Μετά το τραγικό αυτό ναυάγιο καθορίστηκαν μελέτες για δημιουργία επί τούτου θαλάμων επιχειρήσεων έρευνας διάσωσης τόσο στο ΥΕΝ όσο και στη Ναυτική Διοίκηση Αιγαίου, επίσης τότε καθορίστηκε ο θεσμός του "σκοπούντος πλοίου" (ένα πολεμικό πλοίο από κάθε κατηγορία κάνει επιφυλακή 24ωρης ετοιμότητας στο ναύσταθμο), καθώς και ο καθορισμός άδειας απόπλου σύμφωνα με τις υφιστάμενες κάθε φορά καιρικές συνθήκες και όχι "κατά κρίσιν πλοιάρχου".
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις