Παναγία: Η τελείωση της γυναίκας και της ανθρώπινης φύσης
Αν η Παναγία ζούσε σε άλλη εποχή ίσως τότε, σε άλλη εποχή ερχόταν ο Χριστός. Χωρίς Μαρία δεν υπάρχει Χριστός στην γη! Χωρίς Χριστό δεν υπάρχει σωτηρία. Άρα η σωτηρία έρχεται μέσω της Παναγίας.
Για την Ορθόδοξη διδασκαλία και θεολογία η Μαρία είναι το πρόσωπο που έπαιξε τον σημαντικότερο ρόλο στο έργο του Θεού για την σωτηρία των ανθρώπων. Ο Χριστός, δηλαδή, για να έρθει στον κόσμο και να χαρίσει στους ανθρώπους άφεση αμαρτιών, αθανασία, Παράδεισο, Βασίλειο των Ουρανών, έπρεπε να βρει το πρόσωπο, την γυναίκα εκείνη που θα ήταν άξια να φέρει στα σπλάχνα της τον Σωτήρα του κόσμου. Αν η Παναγία ζούσε σε άλλη εποχή ίσως τότε, σε άλλη εποχή ερχόταν ο Χριστός. Χωρίς Μαρία δεν υπάρχει Χριστός στην γη! Χωρίς Χριστό δεν υπάρχει σωτηρία. Άρα η σωτηρία έρχεται μέσω της Παναγίας. Αυτό είναι με πολύ απλά λόγια το σημαντικότατο έργο της Παναγίας για την σωτηρία του κόσμου.
Αυτήν την αγία γυναίκα η Εκκλησία μας της έδωσε τρία επίθετα με τα οποία την αποκαλούμε και την τιμάμε προσευχομένοι μέσα στη λατρεία της Εκκλησίας μας. Η Γ’ Οικουμενική Σύνοδος την ονόμασε Παναγία, Αειπάρθενο και Θεοτόκο. Η ευσέβεια του λαού μας της απέδωσε χιλιάδες άλλα ονόματα με τα οποία την τιμά καθημερινά και νυχθημερόν σε όλες τις ακολουθίες του.
«… Αυτόν ικέτευε σεμνή Παναγία, καταπέμψαι ημίν ειρήνην και το μέγα έλεος» (Θεοτοκίο πλ. Β’ ήχου), «Της Παναγίας αχράντου, υπερευλογημένης….» (Από τις αιτήσεις των ακολουθιών), «Μη καταπιστεύσης με, ανθρωπίνη προστασία, Παναγία δέσποινα…» (Μικρός παρακλητικός κανόνας)
«… εκ Πνεύματος αγίου και Μαρίας της Παρθένου…» (Σύμβολο της Πίστεως), «… εσφράγισε τω τόκω την παρθενίαν της τεκούσης Αυτόν…» (Άγιος Γρηγόριος Αντιοχείας), «… ώσπερ δε συλληφθείς (ο Χριστός) Παρθένον την συλλαβούσαν ετήρησεν, ούτω και τεχθείς την αυτής παρθενίαν εφύλαξεν άτρωτον, μόνος διελθών δι’ αυτής και κεκλεισμένην τηρήσας αυτήν» (Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός).
«… Θεοτόκος γαρ υπάρχεις, η των λόγων εκ σου σαρκωθέντα τεκούσα… Θεοτόκος υπάρχει η μόνη του μόνου μονογενή Υιόν του Θεού γεννήσασαν…» (Άγιος Επιφάνιος Κύπρου).
Πάνω από όλους τους ανθρώπους, πάνω από όλους τους αγγέλους, πάνω από όλους τους αγίους, τους πατριάρχες, τους αυτοκράτορες, τους αρχιερείς, τους βασιλείς βρίσκεται η Παναγία μας. Ολόκληρος ο κόσμος μέσα στην Εκκλησία προσκυνά και τιμά μία γυναίκα.
Και ενώ η Εκκλησία μας έχει την Παναγία ως σημαιοφόρο στην ζωή της, κάποιοι από άγνοια και κάποιοι από συστηματική πολεμική εναντίον της Εκκλησίας, εξαπολύουν ως βέλη κείμενα και δημοσιεύματα ή ομιλούν εναντίον της για την δήθεν υποτιμητική θέση της γυναίκας μέσα στην λατρευτική ζωή της. Υπάρχουν όμως και πολλοί Χριστιανοί που καλόβουλα ρωτούν: α) Υπάρχει διάκριση των δύο φύλων στην Εκκλησία; β) Ποία είναι η θέση της γυναίκας στην λατρεία και γ) γιατί δεν υπάρχει γυναίκα ιερέας;
Για να κατανοήσουμε όμως την θέση της γυναίκας στη θεία λατρεία πρέπει οπωσδήποτε να δούμε ποία είναι η θέση της γυναίκας συγκριτικά με τον άνδρα και που θεμελιώνεται η διάκριση των δύο φύλων.
Η δύναμη του άνδρα, η υποταγή της γυναίκας στον άνδρα και γενικότερα η διάκριση των δύο φύλων δεν είναι απόφαση του Δημιουργού Θεού αλλά αποτέλεσμα της πτώσης των ανθρώπων στην αμαρτία. Ο Θεός τα δημιούργησε όλα καλά. Έπλασε τον Αδάμ και στη συνέχεια από την πλευρά του την Εύα. Όλοι οι άγιοι ερμηνευτές Πατέρες ομολογούν ότι ο άνδρας και η γυναίκα πλάστηκαν ομότιμοι, προικίστηκαν με το κατ’ εικόνα και καθ’ ομοίωσιν του Θεού και κυρίως είχαν όμοια φύση με ίσες δυνατότητες και δικαιώματα. Έτσι και την εξουσία όλων των δημιουργημάτων εμπιστεύθηκε ο Θεός στα χέρια και των δύο. (Γρηγόριος Θεολόγος): Ένας ο δημιουργός άνδρα και γυναίκας, από το ίδιο χώμα πλάστηκαν και οι δύο από μία εικόνα προέρχονται, την εικόνα του Θεού, κοινός ο νόμος, κοινός ο θάνατος, κοινός ο σκοπός.
Οι ίδιοι οι άνθρωποι χάλασαν το σχέδιο του Θεού να είναι ομότιμοι, σύντροφοι ευτυχείς και αμέριμνοι στον Παράδεισο. Έξω από τον Παράδεισο και μακριά από την μέριμνα του Θεού η ζωή τους εξετράπη. Από αδυναμία οι άνθρωποι διόγκωσαν και διέστρεψαν τις θεϊκές ποινές, ώστε ο άνδρας κατέστη δυνάστης και τύραννος των γυναικών, αλλά και η γυναίκα από την πλευρά της μετέστρεψε το δώρο της τεκνοποιήσεως σε δόλωμα για να κάνει τον άνδρα υποχείριό της. Οι επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων ήταν καταλυτικές. Μέσα στην ιστορία του κόσμου γνωρίζουμε πως οι άνδρες αφαίρεσαν από την γυναίκα κάθε δικαίωμα, την καταπίεσαν, την θεώρησαν πράγμα ευκαταφρόνητο, αντικείμενο που έπαιρναν μαζί τους στο θάνατο, την περιόριζαν στους γυναικωνίτες, της απαγόρευσαν την συμμετοχή στην λατρεία του Θεού˙ αλλά έγιναν και παιχνίδι στα χέρια των γυναικών εξαιτίας της επιθυμίας τους. Έτσι κατάφερε η γυναίκα να υποτάξει τον ανίκητο Σαμψών, να εκμηδενίσει την σοφία του Σολομώντος και να σπιλώσει την καθαρότητα του Δαβίδ. Αυτά γίνονταν στην εποχή της Παλαιάς Διαθήκης στο ισραηλιτικό έθνος, που παρ’ όλες τις εκτροπές δεν έπαψαν να λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Γι’ αυτό και η θέση της γυναίκας είναι καλύτερη απ’ ότι στους ειδωλολάτρες. Αυτό φαίνεται και από το ότι υπάρχουν βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης αφιερωμένα σε εξέχουσες γυναίκες όπως Ιουδίθ, Ρουθ, Εσθήρ.
Στους ειδωλολάτρες που απομακρύνθηκαν από τον αληθινό Θεό και λάτρευσαν τα είδωλα, τα ζώα, την φύση, επικράτησε μεγάλη αταξία και αντίφαση. Ενώ στην ιδιωτική τους ζωή θεωρούσαν και είχαν στην πράξη της γυναίκας κατώτερα όντα και πράγματα στην δημόσια ζωή ξεχώρισαν κάποιες γυναίκες, τις θεοποίησαν, τις λάτρευσαν σαν θεές ικανοποιώντας εσωτερικές τάσεις και επιθυμίες.
Αυτή είναι η παραδοξότερη αντινομία του αρχαίου κόσμου. Η γυναίκα που δεν επιτρέπεται να λατρεύει το θείο ελεύθερα με τον άνδρα. Στήνεται σε βωμό και λατρεύεται από τον άνδρα σαν θεά. Έτσι έχουμε στον αρχαίο κόσμο θεές ισότιμες με τους θεούς στο δωδεκάθεο των Ελλήνων, θεές ανώτερες από θεούς στην Αίγυπτο, αλλά και θεές όπως στην Κρήτη, Μούσες, Νύμφες, γυναίκες υπαρκτές ή φανταστικές που συμπλέκονται με τους θνητούς και γεννιούνται μυθολογικά τέρατα.
Με τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο, την ενανθρώπησή του δηλαδή, εγκαινιάζεται μία άλλη περίοδος για την γυναίκα.
Η ουσιαστική και κοινωνική ανύψωση της γυναίκας ξεκινάει από την απόφαση του Θεού να δανειστεί σάρκα και οστά από την Παρθένο Κόρη, για να ντύσει τη θεότητα του Υιού Του.
Στο πρόσωπο της Παρθένου Μαρίας ενσαρκώνεται η ιδανική γυναίκα όπως πλάστηκε πριν από την παράβαση και είναι τόσο πανώρια και θαυμαστή, ώστε ανυψώνεται, μεγαλώνει, ξεπερνά τους αγγέλους και καθίσταται Πλατυτέρα των Ουρανών. Αλλά και επάνω στη γη η ίδια Κόρη σπάει τους φραγμούς της ανδροκρατούμενης κοινωνίας και γίνεται η στοργική και η αγαπημένη μητέρα όλων των ανθρώπων. Δεν λατρεύεται σαν θεότητα η Παναγία μας ούτε στον ουρανό, ούτε στην γη όπως έκαναν οι ειδωλολάτρες, όπως λατρεύουν την Παναγία οι Ρωμαιοκαθολικοί. Κυριαρχεί όμως στις καρδιές όλων των ανθρώπων πιστών και απίστων, ανδρών και γυναικών, με την αγάπη, τη μητρική στοργή και την σκέπη και φροντίδα της. Να πως τίμησε ο Θεός μία γυναίκα, πως την κατέστησε Πρώτη μετά τον Τριαδικό Θεό, Πρώτη μεταξύ ολόκληρης της δημιουργίας.
Ο Χριστός όσο έζησε επάνω στην γη δε νομοθέτησε ειδικά για τις γυναίκες. Στην πράξη τίμησε τη γυναίκα προερχόμενος από γυναίκα, αποδέχθηκε τη διακονία και την αγάπη των ευσεβών γυναικών και ευσπλαχνίσθηκε και συγχώρεσε αμαρτωλές γυναίκες που τον πλησίασαν (πόρνη, Σαμαρείτισσα), σ’ αντίθεση με τους ανθρώπους που τις καταδίκασαν. Δεν άλλαξε όμως και τον Μωσαϊκό Νόμο σύμφωνα με τον λόγο του «δεν ήλθα να καταλύσω τον Νόμο, αλλά να τον συμπληρώσω». Γι’ αυτό και δεν πήρε μεταξύ των στενών μαθητών του γυναίκες, δεν βαπτίσθηκε από γυναίκα, αλλά από τον Τίμιο Πρόδρομο. Δεν απέστειλε ο ίδιος γυναίκες στα έθνη αλλά τους Αποστόλους και στη συνέχεια οι Απόστολοι δεν χειροτόνησαν καμία γυναίκα.
Ο Απόστολος Παύλος μετά τον Χριστό ξεκαθάρισε το θέμα των γυναικών. Χωρίς να καταργεί το μωσαϊκό Νόμο επαναπροσδιορίζει τη θέση της γυναίκας μέσα στην κοινωνία και την Εκκλησία. Η κορυφαία έκφρασή του είναι η διακήρυξη «ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (Γαλ. 3, 28). Αυτή η φράση αποτελεί μία ριζοσπαστική χειραφέτηση της γυναίκας και μία υπέρβαση των δύο φύλων. Δεν καταργούνται με την έκφραση του Αποστόλου Παύλου τα δύο φύλα, ούτε παραθεωρούνται τα ιδιαίτερα χαρίσματά τους. Είναι ισότιμα και δεκτικά στον ίδιο βαθμό όλων των προνομίων της ζωής και του Θεού.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία σεβάστηκε απόλυτα την αρχή και την διδασκαλία του Μωσαϊκού Νόμου, αλλά και εν γένει την Καινή Διαθήκη που κράτησε την γυναίκα στην ησυχία, στην σιωπή και μακριά από την ιερωσύνη.Μεταφέρουμε ένα απόσπασμα στην νεοελληνική απόδοση από τις «Αποστολικές Διαταγές» σχετικά με την θέση της γυναίκας στη θεία λατρεία:
«Δεν επιτρέπουμε στις γυναίκες να διδάσκουν στις Εκκλησίες, αλλά μόνο να προσεύχονται και να υπακούν τους ιερείς. Γιατί και αυτό ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός εμάς τους δώδεκα έστειλε να διδάξουμε τους λαούς και τα έθνη και όχι γυναίκες, αν και μπορούσε. Αν ήταν ανάγκη να διδάσκουν οι γυναίκες πρώτος Αυτός θα διέταζε και αυτές να κατηχούν το λαό μαζί μας. Εφόσον δεν επιτρέπουμε στις γυναίκες να διδάξουν, πως θα επιτρέψει κάποιος σ’ αυτές να γίνουν ιερείς; Εάν έπρεπε να τελούν βάπτιση οι γυναίκες σίγουρα ο Κύριος από την δική Του μητέρα θα βαπτιζόταν και όχι από τον Ιωάννη».
Όπως καταλαβαίνουμε το θέμα της ιερωσύνης των γυναικών και της συμμετοχής τους στη θεία Λατρεία ως ιερείς δε τέθηκε ποτέ στην Ορθόδοξη Εκκλησία. Παρά το θόρυβο που γίνεται τελευταία και τους θεαματικούς αγώνες των γυναικών για την ισότητα, αλλά και την εισπήδηση των γυναικών στην ιερωσύνη, η Ορθόδοξη Εκκλησία παραμένει σταθερή θεωρητικά και πρακτικά στις απόψεις της. Το θέμα είναι λελυμένο. Για την Εκκλησία είναι λελυμένο επειδή έχει καταλύσει έμπρακτα την διάκριση των δύο φύλων θεωρώντας άνδρες και γυναίκες ισότιμα μέλη του σώματος του Χριστού. Προσφέρει σε άνδρες και γυναίκες τα ίδια μυστήρια. Βαπτίζει όλους με το άγιο Βάπτισμα, μεταδίδει σε όλους με τις κοινές αγιαστικές πράξεις τη Θεία Χάρη. Τρέφει όλους ανεξαιρέτως με το Σώμα και το Αίμα του Χριστού. Την διάκριση ανδρός και γυναικός την θεωρεί σαν μία κατάσταση του θελήματος του Θεού που αφορά μόνο στην παρούσα ζωή και συντελεί στη διαδοχή του ανθρωπίνου γένους. Έχουν, δηλαδή, στην Εκκλησία μέσα όλοι τα ίδια δικαιώματα και καθήκοντα (εξαιρείται η ιερωσύνη) άνδρες και γυναίκες που εκδηλώνονται όμως με διαφορετικούς τρόπους στο αγιαστικό έργο της Εκκλησίας.
Θα παραθέσουμε αυτούς τους τρόπους για να δούμε σε ποίο βαθμό συμμετέχει η γυναίκα. Θα χρησιμοποιήσουμε το λόγο του ιερού Χρυσοστόμου για να δώσουμε παραστατικά τη λατρεία στο Θεό.
«Σε τρία ιερά θυσιαστήρια προσφέρει ο άνθρωπος τη λατρεία στο Θεό», λέει ο Άγιος Χρυσόστομος. «Το πρώτο είναι αυτό της Αγίας Τραπέζης όπου μόνο οι έχοντες το ειδικό χάρισμα του Παναγίου Πνεύματος στέκονται και θυσιάζουν τον Αμνό του Θεού και καλούν το Άγιο Πνεύμα να μεταβάλλει τα δώρα σε Σώμα και Αίμα Χριστού. Από αυτό το θυσιαστήριο αποκλείονται όλες οι γυναίκες. Μπορούν όμως και παραβρίσκονται στη Θεία Λειτουργία προσευχόμενες και λατρεύοντας τον Θεό. Είτε ψάλλουν, είτε προσεύχονται σιωπηλά, είτε παρακολουθούν προσεκτικά, σε κάθε περίπτωση λατρεύουν τον Θεό».
«Το δεύτερο θυσιαστήριο είναι αυτό της καρδιάς του κάθε ανθρώπου όπου όλοι αδιάκριτα άνδρες και γυναίκες προσφέρουν στο Θεό το θυμίαμα της ευλαβείας, της αφοσίωσης, της πίστης, της υπακοής στο Ευαγγέλιο και στο λόγο του Θεού. Ποίος μπορεί να συγκριθεί στην αγάπη και στη λατρεία με την Παναγία μας; Πρόσφερε στον Υιό του Θεού σάρκα και οστά, Τον κράτησε στην αγκαλιά Της και όταν μεγάλωσε, βυθίστηκε στη σιωπή. Μία σιωπηλή λατρεία σαν αυτή που επιβάλλει η Εκκλησία μας στις γυναίκες είχε και η Παναγία. Η αγάπη της μητέρας, η χαρά του παιδιού, ο πόνος των Παθών Του, η πικρία του θανάτου Του, η απύθμενος οδύνη της Ταφής Του, όλα κρύφτηκαν κάτω από τη σιωπηλή λατρεία της Παναγίας μέχρι το τέλος».
«Ακολούθησαν οι γυναίκες μάρτυρες του Χριστού που σωπαίνοντας μπροστά στους φονιάδες τους, διακήρυσσαν κραυγαλέα τη λατρεία τους και την αφοσίωσή τους στο Χριστό. Από την άλλη πλευρά οι οσιακές μορφές των γυναικών μοναχών που παρά την σωματική τους αδυναμία υποβλήθηκαν στους ασκητικούς ιδρώτες της ερήμου και κατέθεσαν ευάρεστη σιωπηλή λατρεία και θυσία στον Νυμφίο Χριστό».
«Το τρίτο θυσιαστήριο είναι το ιερό των πτωχών μας», λέει ο ιερός Χρυσόστομος. «Αυτό το θυσιαστήριο μπορείς να το δεις παντού, στις αγορές, στους δρόμους και μπορείς να θυσιάσεις κάθε λεπτό και ώρα. Και με την ελεημοσύνη θυσία γίνεται. Όπως ο ιερέας καλεί το Άγιο Πνεύμα έτσι κι εσύ καλείς το Πνεύμα του Θεού με τα έργα σου. Εσύ σιωπάς, αλλά τα έργα βοούν. Να, λοιπόν, κι ένας τρίτος τρόπος λατρείας του Θεού στον οποίο η γυναίκα συμμετέχει εξαιρετικά και μάλιστα πολύ περισσότερο από τον άνδρα. Η λατρεία αυτή είναι η αγάπη προς τον πλησίον, τον φτωχό, τον άρρωστο, τον φυλακισμένο. Ακούγεται ίσως παράδοξο, αλλά η αγάπη προς τον πλησίον είναι έκφραση της λατρείας του Θεού».
Αυτοί είναι οι τρεις τρόποι λατρείας του Θεού που υποδεικνύει ο ιερός Χρυσόστομος. Υπάρχουν και άλλα τέτοια ιερά θυσιαστήρια στην Εκκλησία μας που η γυναίκα έχει ενεργό ρόλο όπως η κατήχηση, η ιεραποστολή και πολλά άλλα.Καταλαβαίνουμε, λοιπόν, πολύ καλά ότι η αλήθεια δεν είναι πικρή όταν ερευνάται, εξηγείται με τη λογική, αντιμετωπίζεται με ψυχραιμία και βρίσκει άλλες διεξόδους. Όταν οι γυναίκες δεν μένουν στην μία απαγόρευση, μπροστά σε μία κλειστή πόρτα, αλλά βλέπουν τόσες άλλες διάπλατα ανοικτές για να δραστηριοποιηθούν, τότε ελευθερώνονται και σκέφτονται συνετά και σωστά. Μπορεί να αποκλείεται η γυναίκα από το ιερό θυσιαστήριο της Αγίας Τραπέζης δέχεται όμως το ίδιο, τις πλούσιες δωρεές που απορρέουν από αυτό και από την ιερωσύνη και έτσι δεν αδικείται καθόλου. Αλλιώς ανόητα προσπαθεί και πάλι σαν την Εύα να δοκιμάσει τον απαγορευμένο καρπό της ιερωσύνης.
Η γυναίκα δεν αποκλείεται από τα άλλα δύο ιερά θυσιαστήρια, της καρδιάς και της κοινωνικής προσφοράς, όπου έχει την δυνατότητα περισσότερο από τον άνδρα α προσφέρει θυσία προάγοντας την κοινωνία και αγιάζοντας την ψυχή της. Η γυναίκα έχει πρότυπο το πρώτο, το ανεπανάληπτο πρόσωπο της Παναγίας μας και τόσες άλλες αγίες γυναικείες μορφές και μαζί μ’ αυτές πρέπει να προχωρεί στον αγιασμό της. Έχει το μοναδικό προνόμιο να γεννά τέκνα που θα γίνουν πολίτες της Βασιλείας των Ουρανών.. Μακάρι να δεχθεί αυτήν την αλήθεια που θα την οδηγήσει στη Βασιλεία των Ουρανών, όπου εκεί, άνδρες και γυναίκες, χωρίς φύλο, σαν άγγελοι θα απολαμβάνουμε τη χαρά και την συντροφιά του Κυρίου μας και της Μητέρας όλων μας, της Παναγίας.
Και για να καταλάβουμε πόσο ψηλά τοποθέτησε η Εκκλησία τη γυναίκα, ας δούμε αυτήν την περίοδο ιδιαίτερα πως ο κόσμος σε ολόκληρη τη γη όποια θέση κι αν κατέχει, ότι χρώμα κι αν έχει κι ότι φύλο, να πέφτει και να προσκυνά το πρόσωπο αυτής της γυναίκας και να αφήνει τον πόνο και τα δάκρυά του, τα όνειρα και τις ελπίδες του με την βεβαιότητα ότι απευθύνεται συναισθηματικά στη μάνα του, αλλά συγχρόνως και στη μητέρα του Θεού που υποσχέθηκε σωτηρία για τον καθένα από εμάς.
«Την πάσαν ελπίδα μου εις Σε ανατίθημι,Μήτερ του Θεού,φύλαξόν με υπό την σκέπην σου».