Υστερα από την εδραίωση, για να μην πούμε ακόμη την παγίωση, του νέου διπολισμού Συριζα και ΝΔ, πολύς λόγος γίνεται για την ανάγκη ύπαρξης ενός ισχυρού τρίτου πόλου, ο οποίος αποκαλείται από πολλούς είτε κεντροαριστερά είτε μεσαίος χώρος, που θα καλύπτει το υποτιθέμενο κενό ανάμεσα σε ένα κόμμα της παραδοσιακής δεξιάς και της αριστεράς.
Δεν είναι τυχαίο ότι οι όροι κεντροαριστερά και μεσαίος χώρος ξαναμπήκαν συχνότερα στην πολιτική συζήτηση τα τελευταία χρόνια, όταν ο Συριζα διαδέχθηκε το Πασοκ στον καθιερωμένο διπολισμό της ελληνικής πολιτικής σκηνής.
Πριν από τις εκλογές του 2012 που απετέλεσαν και την επίσημη καταγραφή της ένταξης του σημερινού κυβερνητικού κόμματος στον νέο διπολισμό, τον λεγόμενο μεσαίο χώρο ή την κεντροαριστερά εκπροσωπούσε για πάνω από τρεις δεκαετίες το Πασοκ.
Μολονότι όμως ο Σύριζα κατέλαβε πλήρως, ιδιαίτερα μετά από τις εκλογές του 2015, τη θέση του Πασοκ στο κλασσικό δίπολο έχοντας ταυτόχρονα ενσωματώσει την πλειονότητα των παλαιών ψηφοφόρων του, δεν θεωρήθηκε ποτέ ως κόμμα της κεντροαριστεράς, πολύ δε περισσότερο του μεσαίου χώρου.
Ετσι, ενώ στον προηγούμενο διπολισμό ο εκπροσωπούμενος από το Πασοκ μεσαίος χώρος ήταν ο ένας από τους δύο βασικούς πυλώνες του πολιτικού συστήματος, στο νέο πολιτικό τοπίο ο φορέας που θα φιλοδοξεί να τον εκπροσωπήσει καλείται να ενταχθεί κυριολεκτικά στη μέση του νέου δίπολου που εκπροσωπείται από τον παραδοσιακό διαχωρισμό αριστερά-δεξιά.
Αν όμως δούμε ευρύτερα το κομματικό σκηνικό, εκτός από τα δύο κόμματα του νέου διπολισμού, υπάρχουν κοινοβουλευτικά και μη κόμματα που εντάσσονται στα πέραν της ΝΔ και του Σύριζα πολιτικά άκρα, η Χ.Α. από τη μια και το Κ.Κ.Ε. όπως και τα νεόκοπα αριστερά κόμματα Λ.Α.Ε. και Πλεύση Ελευθερίας ή ακόμη και Ανταρσυα από την άλλη, χωρίς η παραπάνω καταγραφή να περιέχει καμία διάθεση ισοπέδωσης ή εξομοίωσης των ευρισκόμενων σε διαφορετικά άκρα σχηματισμών.
Όπως λοιπόν το Πασοκ κατά τα προηγούμενα χρόνια εκπροσωπούσε τον μεσαίο χώρο ή την κεντροαριστερά, που τότε οριοθετούνταν με ευκολότερο και πιο ξεκάθαρο τρόπο, ανάμεσα στη ΝΔ και στην παραδοσιακή αριστερά, δηλαδή το ΚΚΕ κατά κύριο λόγο και τον τότε Συνασπισμό κατά δεύτερο (για τις περιόδους που δεν συνέπιπταν τα δύο κόμματα λόγω της ένταξης και του ΚΚΕ στον τότε Συνασπισμό), έτσι θα μπορούσε να πει κανείς σήμερα ότι και ο Συριζα από τα πράγματα, προσδιοριζόμενα όχι μόνο από τα εκλογικά του ποσοστά ή από την κυβερνητική του πολιτική αλλά και από τη νέα πολιτική γεωγραφία, εκπροσωπεί έναν κεντροαριστερό χώρο, οριοθετούμενο ανάμεσα στην Χ.Α. και την παραδοσιακή (του ΚΚΕ) ή την νεόκοπη (των νέων αμιγώς αριστερών σχημάτων) αριστερά.
Βέβαια την ένταξή του εκ των πραγμάτων στην κεντροαριστερά δεν είναι έτοιμο να την διακηρύξει πανηγυρικά το ίδιο το κυβερνητικό κόμμα είτε γιατί δεν έχει αποβάλει ακόμη όλες τις ιδεοληψίες του είτε γιατί αρνείται να συνειδητοποιήσει και να αποδεχθεί τη μετάλλαξή του είτε για λόγους εκλογικής συσπείρωσης των παραδοσιακών αριστερών στρωμάτων του. Είναι κάτι όμως που συντελείται διαρκώς από την πολιτική πραγματικότητα, την οποία δεν μπορούμε να αγνοήσουμε.
Με την ίδια προσέγγιση και με δεδομένη την ύπαρξη του ισχυρού ακροδεξιού ή και ναζιστικού κόμματος της Χ.Α. η οποία ενέσκηψε με σημαντική κοινοβουλευτική εκπροσώπηση το 2012 - και η επιρροή του οποίου βαίνει έκτοτε αυξανόμενη όχι μόνο με βάση τα αποτελέσματα των εκλογών του 2015 αλλά και με βάση όλες τις μετέπειτα μετρήσεις - η ΝΔ θα μπορούσε και η ίδια να θεωρηθεί ότι κινείται σε έναν πιο μεσαίο χώρο όχι μόνο λόγω της νέας διάταξης των κομματικών σχηματισμών, αλλά, κατά τη γνώμη πολλών, χάρις και στην εκλογή του νέου αρχηγού της και με βάση την τακτική και τις εξαγγελίες του ότι τον ενδιαφέρει να καλύψει το κόμμα του τον λεγόμενο μεσαίο χώρο.
Δεν είναι λοιπόν υπερβολή να πούμε ότι και τα δύο ισχυρότερα κόμματα κινούνται πλέον σε έναν πιο μεσαίο ή κεντρώο χώρο και ότι υπάρχουν οι προϋποθέσεις ο Συριζα να εκπροσωπήσει τη λεγόμενη κεντροαριστερά και η ΝΔ να καταστεί ο κύριος εκφραστής του αποκαλούμενου μεσαίου χώρου. Η διαφορά είναι ότι το κυβερνητικό κόμμα δεν μπορεί εύκολα να διακηρύξει κάτι τέτοιο, ενώ η ΝΔ τη φιλοδοξία της να εκπροσωπήσει τον μεσαίο χώρο την έχει διατυπώσει ήδη επίσημα.
Το Πασοκ από την πλευρά του προτιμά να εμφανίζεται ότι εκπροσωπεί την κεντροαριστερά και να μην την «χαρίζει» στον Σύριζα και αποφεύγει να μιλάει για μεσαίο χώρο, αφήνοντας έτσι το πεδίο ελεύθερο για τη ΝΔ. Προφανώς έχει κάνει την εκτίμηση ότι η ταύτισή του με την κεντροαριστερά θα είναι πιο ελκυστική και πειστική για τους ψηφοφόρους, ιδιαίτερα τους δυσαρεστημένους από τον Σύριζα. Ισως βέβαια, αυτοί που απογοητεύτηκαν από την πολιτική μιας αριστερής κυβέρνησης και δεν μετακινούνται σε αμιγώς αριστερές επιλογές, να μην προσελκύονται πλέον από κόμματα που οικειοποιούνται στην ταυτότητά τους τη λέξη αριστερά έστω και ως δεύτερο συνθετικό. Από την άλλη, η ενδεχόμενη στόχευση του Πασοκ προς τον μεσαίο χώρο ως επίσημη πολιτική διακήρυξη, θα το κατέτασσε στο κέντρο και θα δυσκόλευε την διαφοροποίησή του από τη ΝΔ που επίσημα πλέον στοχεύει να καταλάβει τον χώρο αυτό.
Αν όλα τα παραπάνω έχουν έρεισμα στην νέα πολιτική πραγματικότητα, τότε δεν απομένει και μεγάλος πολιτικός μεσαίος χώρος για να καλυφθεί από ένα άλλο πολιτικό κόμμα, εν προκειμένω το Πασοκ με τις ήδη ενσωματωθείσες ή τις υπό συζήτηση προσθήκες, με τις οποίες θα επιχειρήσει να δώσει την εικόνα ενός νέου πολιτικού σχηματισμού.
Δεν είναι τυχαίο εξάλλου ότι η μετακίνηση του Συριζα σε πιο ρεαλιστικές θέσεις - παρά την θεωρούμενη από πολλούς αποτυχία του στη διακυβέρνηση της χώρας – και η εκλογή νέου αρχηγού στη ΝΔ που κινείται σε πιο κεντρώα κατεύθυνση, δεν έχουν ενθαρρύνει μέχρι τώρα τη δημιουργία κάποιου νέου σχήματος στον κεντρώο χώρο ή την κεντροαριστερά, παρά την ύπαρξη πολλών απογοητευμένων από την πολιτική του κυβερνητικού κόμματος και πολλών αναποφάσιστων που δεν καλύπτονται από τους υπάρχοντες κομματικούς σχηματισμούς, γεγονός που καταγράφεται σε όλες οι μετρήσεις.
Αλλά πέραν τούτων, επί της πολιτικής ουσίας, πολλοί αναρωτιούνται ποιες είναι πλέον οι μεγάλες διαφορές ανάμεσα στη ΝΔ και στο Πασοκ που προσπαθεί να μετεξελιχθεί το ίδιο σε νέο φορέα που θα καλύψει τον μεσαίο χώρο ή την κεντροαριστερά. Πρόσφατη είναι η μάλλον αγαστή κυβερνητική συνεργασία τους η οποία δεν είχε και πάντως δεν κατέδειξε, μεγάλες ή ουσιαστικές πολιτικές διαφορές. Και αν ο αντίλογος είναι ότι από τότε το Πασοκ εξέλεξε αρχηγό που αποστασιοποιήθηκε από την τότε κυβερνητική σύμπραξη με τη ΝΔ, η πολιτική πραγματικότητα είναι ότι όλα τα στελέχη του που έλαβαν μέρος σε αυτήν ή την στήριξαν ή την υποστήριξαν, του πρώην προέδρου του συμπεριλαμβανομένου, εξακολουθούν να παραμένουν ενεργά και να συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων, κάτι που δυσχεραίνει τον στόχο της ανανέωσης ή μετάλλαξής του.
Δείχνει λοιπόν δυσχερής η οποιαδήποτε προσπάθεια του Πασοκ να καλύψει μέσα από τη δημιουργία νέου φορέα, τον μεσαίο ή κεντροαριστερό χώρο και να αυξήσει σημαντικά την επιρροή του πέρα από τα σημερινά του όρια, όσες συμπράξεις και αν γίνουν με αυτό, μολονότι η ύπαρξη ενός ισχυρού δημοκρατικού τρίτου πόλου είναι με δεδομένη την καταγραφή της δύναμης των κομμάτων και τις δυνατότητες διακυβέρνησης της χώρας, όχι μόνο χρήσιμη αλλά και περισσότερο αναγκαία από ποτέ.
Δυστυχώς δεν φαίνεται να υπάρχει πολύς πολιτικός χώρος για να καλυφθεί από ένα νέο πολιτικό σχήμα που δεν θα έχει πολλά προφανή και πειστικά επιχειρήματα να αντιτάξει όχι τόσο προς τον κυβερνητικό και καταδικασμένο σε διαρκή φθορά Συριζα όσο κυρίως προς την ΝΔ που δείχνει να μετεξελίσσεται σταδιακά σε ένα κόμμα του μεσαίου χώρου. Ισως λοιπόν και η διστακτικότητα και άλλων κομμάτων να ενταχθούν στον νέο υπό το Πασοκ φορέα να μην είναι μάχη επιρροής αλλά ρεαλιστική αποτίμηση της δυσκολίας ή και ματαιότητας του εγχειρήματος.
efimerida.gr