«Επιδημία»… ακούσιας κοπάνας: Πώς τα lockdown της COVID-19 «τσάκισαν» τα παιδιά
Ενώ καλά καλά δεν έχουμε αφήσει οριστικά πίσω μας την COVID-19 -«ο ιός κυκλοφορεί, εξελίσσεται και μεταλλάσσεται», υπενθύμισε τις προάλλες αξιωματούχος του Παγκόσμιου Οργανισμού υγείας- η ανησυχία έχει χτυπήσει «κόκκινο» με την ανησυχητική έξαρση των αναπνευστικών λοιμώξεων σε παιδιά στην Κίνα.
Το κινεζικό υπουργείο Υγείας συνδέσει την αύξηση των κρουσμάτων με την ταυτόχρονη κυκλοφορία πολλών τύπων παθογόνων ιών, όπως της γρίπης, ρινοϊών κ.α.
Με τα όσα αδιερεύνητα ωστόσο προηγήθηκαν με την πανδημία COVID-19, οι διαβεβαιώσεις του Πεκίνου ότι δεν έχει εντοπιστεί ένας νέος απειλητικός ιός ακούγονται, μοιραία, από πολλούς με δυσπιστία.
Όπως λέει και το ρητό, «όποιος καεί με τον χυλό, φυσά και το γιαούρτι»…
Στη Μελβούρνη της Αυστραλίας, μάλιστα, ακόμη καίγονται στον «χυλό» που άφησαν πίσω τους τα lockdown της πανδημίας.
Οι κάτοικοι της αυστραλιανής μητρόπολης πέρασαν συνολικά 262 ημέρες σχεδόν αποκλεισμένοι στα σπίτια τους, κατανεμημένες σε 20 μήνες κορύφωσης της υγειονομικής κρίσης.
Ήταν από τα μεγαλύτερα σε διάρκεια και αυστηρότερα lockdown.
Έσωσαν πολλές ζωές, φαίνεται όμως ότι κατέστρεψαν άλλες. Και δη «άγουρων».
Στο επίκεντρο των αρχών βρίσκεται πλέον η «σχολική άρνηση», ως επιδεινούμενη κρίση ψυχικής υγείας των παιδιών.
Επηρεάζει τόσο μικρούς μαθητές, όσο και εφήβους.
Αρνούνται να πάνε στο σχολείο ή να παραμείνουν εκεί μέχρι το τέλος των μαθημάτων, εξαιτίας κάποιας ακραίας μορφής άγχους.
Προϋπάρχον της πανδημίας, με διάφορες αφορμές και αιτίες, το φαινόμενο επιδεινώθηκε με την COVID-19.
Την αύξηση κατέγραψε τελευταία έκθεση της αυστραλιανής Γερουσίας.
Έρευνα έδειξε ότι περισσότεροι από ένας στους τρεις γονείς αντιμετώπισαν συμπεριφορές σχολικής άρνησης τους τελευταίους 12 μήνες.
Μια ολόκληρη γενιά μαθητών φοβάται πια να βγει έξω, αναφέρει ειδικό αφιέρωμα που έκανε το αυστραλιανό δίκτυο Channel 9.
Μιλώντας μπροστά στην κάμερα για τον νέο εφιάλτη που βιώνουν, μαθητές τόνισαν ότι δεν έχουν χάσει την επιθυμία για μόρφωση.
Αισθάνονται όμως ένα καθηλωτικό φόβο να βγουν από το σπίτι.
Μια δεύτερη κρίση
«Ήμουν πολύ εξωστρεφής και έκανα πολλά πράγματα πριν από τα lockdown», εξιστορεί στο Channel 9 η 16χρονη Σάρα.
Όμως μετά τον μακρύ εγκλεισμό εξαιτίας της υγειονομικής κρίσης, ξαφνικά δεν ήθελε πια να βγαίνει έξω. Για την ακρίβεια, φοβάται.
Τόσο, ώστε να νιώθει αδύναμη, άρρωστη, να τρέμει.
«Στις χειρότερες μέρες είχα κρίσεις πανικού όλο το πρωί και δεν μπορούσα να κουνηθώ», περιγράφει. «Κατά κάποιο τρόπο, είναι αδύνατο να πάω στο σχολείο».
Τα τελευταία δύο χρόνια έχει χάσει περίπου τις μισές σχολικές ημέρες. Όμως «δεν ήταν επιλογή».
Μετά από πολύ κόπο και προσπάθεια, της ίδιας και των δικών της, έχει καταφέρει τον τελευταίο καιρό να πηγαίνει συχνότερα στο σχολείο.
«Κάνω μεγάλη πρόοδο», λέει περήφανη.
Συνήθως την πηγαίνουν οι γονείς της με το αυτοκίνητο.
Όμως υπάρχουν ακόμη ημέρες που αισθάνεται ότι δεν μπορεί να βγει από το όχημα ή μόλις το κάνει νιώθει «παγωμένη».
Ο 13χρονος Γκάμπι δεν αντέχει καν στη σκέψη να πάει στο σχολείο.
Οι γονείς του περιγράφουν την κατάσταση ως μια τεράστια πρόκληση.
Το χειρότερο σενάριο, λέει ο πατέρας του μικρού, είναι όταν παθαίνει κρίσεις άγχους, ενώ τον πηγαίνει στο σχολείο με το αυτοκίνητο.
«Χτυπά το κεφάλι του στο κάθισμα», εξηγεί. «Και ναι, δεν είναι καλή εμπειρία»…
Παρόλο που ο Γκάμπι κάνει ό,τι μπορεί για να κάνει τις σχολικές εργασίες από το σπίτι, η κατάσταση έχει πλέον επηρεάσει τους βαθμούς του.
Όμως αυτές οι περιπτώσεις είναι από τις καλές, παρατηρεί ο Τζον Τσέλου, κοινωνικός λειτουργός με εξειδίκευση στην ψυχική υγεία των παιδιών.
Πολλά κλειδώνονται στα δωμάτιά τους ή τσακώνονται άγρια με τους γονείς στο σπίτι.
Κάποια «έχουν χάσει τη θέληση για ζωή και απειλούν να βάλουν τέλος στη ζωή τους».
Η διαταραχή, παρατηρεί, «μπορεί να επηρεάσει παιδιά ηλικίας από πέντε έως 17 ετών, από όλα τα κοινωνικά στρώματα».
Ο ίδιος, λέει, δεν είχε ποτέ τόσο πολλή δουλειά, όσο μετά την πανδημία.
Η σχολική άρνηση δεν είναι διαγνώσιμη διαταραχή, αλλά μπορεί να συνοδεύει καταστάσεις όπως το άγχος και η κατάθλιψη
«Συστημικό πρόβλημα»
Η σχολική άρνηση φυσικά και δεν αποτελεί αποκλειστικά φαινόμενο της Μελβούρνης.
Είναι ένα αναδυόμενο πρόβλημα στα σχολεία όλου του κόσμου, που εάν δεν αντιμετωπιστεί μπορεί να διαλύσει οικογένειες και να αφήσει τα παιδιά σε ακραία ψυχική δυσφορία.
Η ειδοποιός διαφορά με πολλά άλλα μέρη είναι ότι στην Αυστραλία έχουν αποφασίσει να εστιάσουν στο πρόβλημα, αναζητώντας άμεσες και αποτελεσματικές λύσεις.
Η αρχή είναι η καταγραφή της έκτασης του φαινομένου.
Τον περασμένο Ιούλιο έγινε εμπεριστατωμένη μελέτη για τον ψυχολογικό αντίκτυπο της COVID-19 και των lockdown στα παιδιά της Αυστραλίας, με τη συμμετοχή γονέων και εφήβων.
Οι μεν μίλησαν για αυξημένη υπερκινητικότητα, ανησυχία, απροσεξία, θυμό, άγχος και ευερεθιστότητα στα παιδιά τους.
Οι δε ανέφεραν επιδείνωση της ψυχικής υγείας τους, με άγχος ή/και κατάθλιψη, με αρνητικό αντίκτυπο στις οικογενειακές και φιλικές σχέσεις, καθώς και στις σχολικές επιδόσεις.
Η μητέρα της 16χρονης Σάρα δηλώνει ανακουφισμένη που το θέμα έχει περάσει στη δημόσια σφαίρα συζήτησης για ένα πρόβλημα που δεν αντιμετωπίζεται πλέον ως… μαθητική επινόηση για κοπάνες.
Αντιθέτως. Το θέμα εξετάζεται από διακομματική επιτροπή στη Γερουσία, που τώρα ζητά να αναγνωριστεί επίσημα η κατάσταση των «σχολικών διαρροών», με άμεση λήψη μέτρων.
Το πρόβλημα δεν έγκειται αποκλειστικά στην ανατροφή των παιδιών, λέει η γερουσιαστής των Πρασίνων και μέλος της επιτροπής, Πένι Άλμαν-Πέιν, η οποία εργάστηκε ως δασκάλα για 30 χρόνια πριν ασχοληθεί με την πολιτική.
Ούτε έχει να κάνει με την επίδραση των μέσων κοινωνικής δικτύωσης των νέων, προσθέτει.
«Πρόκειται για ένα συστημικό πρόβλημα», παρατηρεί.
Η Αυστραλία, εν τω μεταξύ, περνά το όγδοο κύμα της COVID-19, με αύξηση των κρουσμάτων.
Κατά τόπους, η χρήση μασκών επιστρέφει.
Είτε υποχρεωτικά σε νοσοκομεία, είτε ως σύσταση σε πολυσύχναστους χώρους.
Ζητούμενο είναι η αποφυγή εξάπλωσης των νέων στελεχών της COVID-19, ενόψει των Χριστουγέννων κι ενώ η ανοσία των ανθρώπων φθίνει.
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις