Ενδοσχολική βία: Οι θύτες, τα θύματα, ο ρόλος των εκπαιδευτικών και των γονέων

Σχεδόν 160.000 παιδιά χάνουν το σχολείο τους κάθε μέρα από φόβο μήπως γίνουν θύματα επίθεσης από άλλους μαθητές. Την ίδια στιγμή, περίπου το 7% των 8χρονων μαθητών μένουν σπίτι τουλάχιστον μια φορά το μήνα εξαιτίας των θυτών ενώ τα παιδιά θύτες έχουν 25% πιθανότητες να οδηγηθούν στη διάπραξη εγκλήματος μέχρι την ηλικία των 30 ετών.
Πρόκειται για μερικά ενδιαφέροντα και σοκαριστικά συνάμα ευρήματα ερευνών που θα παρουσιάσει ο καθηγητής Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης Ηλίας Κουρκούτας στην εκδήλωση που πραγματοποιείται την Πέμπτη 6 Μαρτίου στις 6 το απόγευμα στην Πειραματική Σκηνή του Πολιτιστικού Συνεδριακού Κέντρου Ηρακλείου.
Τίτλος της εκδήλωσης είναι «Ενδοσχολική βία, ένα κοινωνικό φαινόμενο» με αφορμή την Πανελλήνια Ημέρα κατά της σχολικής βίας και του εκφοβισμού («school bullying»).
Ο καθηγητής μιλά στο Cretalive για την ομιλία του που έχει τίτλο «Το φαινόμενο του εκφοβισμού (bullying) - θυματοποίησης στην παιδική και εφηβική ηλικία: Χαρακτηριστικά, δυναμική του φαινομένου και παρεμβάσεις».
Ο καθηγητής τονίζει, αρχικά, πως ένας άνθρωπος αισθάνεται την ανάγκη να νιώθει ότι κάπου ανήκει και αν το σχολείο, για παράδειγμα, δεν ευνοεί αυτή τη συνθήκη τότε προχωρά σε ορισμένες πράξεις που ο ίδιος θεωρεί ότι θα τον οδηγήσουν να γίνει μέλος μίας ομάδας.
Το σχολείο, συνεπώς, παίζει βασικό ρόλο σε αυτή τη διαδικασία και αν ένας μαθητής- θύμα απευθυνθεί σε έναν εκπαιδευτικό για βοήθεια χωρίς αντίκρισμα, τότε χάνει το αίσθημα της ασφάλειας που είχε.
Ο εκφοβισμός, όπως εξηγεί, αποτελεί μία σκόπιμη επιθετικότητα με στόχο την ταπείνωση, απαξίωση, γελοιοποίηση ενός ατόμου, την πρόκληση σωματικού ή ψυχικού πόνου. Δεν πρόκειται για ένα νέο φαινόμενο, πάντα το συναντούσαμε, ειδικά τη σωματική βία. Πλέον, όμως, σύμφωνα με τον καθηγητή, τέτοιες πράξεις υπερπροβάλλονται, υπερδημοσιοποιούνται με αποτέλεσμα να δίνεται η εντύπωση πως η εφηβική παραβατικότητα έχει αυξηθεί.
Η βία, γενικότερα, στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια έχει αυξηθεί σε επίπεδο ενηλίκων ενώ όσο αφορά στον εκφοβισμό, έρευνες σε πανευρωπαϊκό επίπεδο δε δείχνουν θεαματική αύξηση. Ωστόσο, μετά τον κορωνοϊό ένα 25% των παιδιών δηλώνει πως έχει υποστεί κάποιου είδους εκφοβισμό. Για να μπορέσουμε να συγκρίνουμε με ό,τι συνέβαινε στο παρελθόν, πρέπει να δούμε την ένταση του φαινομένου και ο καθηγητής θεωρεί πως δεν έχουμε κάποια ιδιαίτερη άνοδό του.
Σημειώνει, μάλιστα, πως παλιά στην Ελλάδα υπήρχε εκτεταμένη χρήση βίας στο σχολείο αλλά και το σπίτι, όπου και θεωρείτο ιδανική τιμωρία για ένα παιδί.
Σύμφωνα με έρευνες που έχουν γίνει, στην Ελλάδα το φαινόμενο του εκφοβισμού εμφανίζεται κατά 14,7% μία ή περισσότερες φορές την εβδομάδα.
Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης αναφέρει στο Cretalive πως το φαινόμενο είναι εντονότερο στην αρχή της εφηβείας, στις Α’ και Β΄ τάξεις του Γυμνασίου και κυρίως στα αγόρια. Τα κορίτσια ασκούν bullying με διαφορετικό τρόπο, αποκλείουν παιδιά από παρέες, συκοφαντούν, κουτσομπολεύουν, γελοιοποιούν ή ταπεινώνουν κάποιους και μέσα από το διαδίκτυο.
Οι θύτες έχουν έλλειψη ενσυναίσθησης, είναι ανώριμοι, το κάνουν για πλάκα, χάνεται η αίσθηση του πόνου του άλλου. Υπάρχουν και περιπτώσεις σαδιστών, όπου ο πόνος ενός τρίτου τους προκαλεί ικανοποίηση. Υπάρχουν άτομα που δεν είναι επιθετικά, όμως, ως μέλος μίας ομάδας καταλύονται οι άμυνές τους.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει ακόμα το γεγονός πως θύτης και θύμα συχνά παρουσιάζουν κοινά χαρακτηριστικά: χαμηλή αυτοεκτίμηση, συναισθήματα άγχους, ευαλωτότητας, οικογενειακά θέματα που καθιστούν τα άτομα περισσότερο ευάλωτα.
Οι θύτες έχουν την ανάγκη να αισθανθούν ότι είναι μάγκες, δημοφιλείς, ότι έχουν δύναμη και εξουσία. Μπορεί να είναι και καλοί μαθητές, να έχουν ανεπτυγμένη κοινωνική νοημοσύνη αλλά αρνητικά συναισθήματα, να ξέρουν πώς να εγκλωβίζουν τα θύματά του, όχι με σωματική βία. Επειδή ανήκουν σε ανώτερα κοινωνικά στρώματα δεν εντοπίζονται, στην ουσία πρόκειται για Μακιαβελιστές.
Τα παιδιά που έχουν πέσει θύματα εκφοβισμού μιλάνε πιο εύκολα στους εκπαιδευτικούς παρά τους γονείς τους. Αν, όμως, το σχολείο δεν κάνει κάτι για να λυθεί το πρόβλημα, τότε διαταράσσεται το αίσθημα ασφάλειας που είχαν και νιώθουν αγανάκτηση, θυμό και φόβο.
Ο κ. Κουρκούτας τονίζει πως πρέπει να φροντίσουμε τα παιδιά- θύματα, τα οποία έχουν τραυματιστεί και έχει κλονιστεί το αίσθημα ασφάλειας.
Οι παρεμβάσεις πρέπει να είναι άμεσες, ειδικά από το Δημοτικό. Πρέπει με αποφασιστικό και δυναμικό τρόπο να στέλνουμε το μήνυμα ότι κανείς δεν μπορεί να γελοιοποιεί, να πληγώνει έναν συμμαθητή του. Όταν γίνεται κάτι, οι εκπαιδευτικοί πρέπει αμέσως να λαμβάνουν θέση, να καλούν και τα δύο παιδιά, τους γονείς και συμβούλους, αν χρειαστεί, να διασφαλίζεται ότι δε θα επαναληφθεί αυτή η πράξη από τον θύτη και το θύμα να νιώσει ότι προστατεύεται. Αν γίνεται ξανά το ίδιο, τότε χρειάζονται πιο δυναμικές παρεμβάσεις.
Ο καθηγητής μας μιλάει για μία σοβαρή παράμετρο που μας ταρακούνησε. Η υπερεμπλοκή των γονέων, η υπερπροστασία δημιουργεί παιδιά ευάλωτα που μπορούν να πέσουν πιο εύκολα θύματα ή ακόμα και σε παιδιά που αντιδρούν, αγχώνονται με αποτέλεσμα να γίνουν θύτες. Όπως και να έχει, σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε υψηλά ποσοστά κατάθλιψης. Υπάρχουν γονείς που δεν αφήνουν τα παιδιά τους να ανασάνουν, δεν επιτρέπουν να κάνουν τα δικά τους όνειρα, επιβαρύνονται με το άγχος των πανελλαδικών εξετάσεων και των οικογενειακών απαιτήσεων.
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις