Έφυγε από την Ιεράπετρα σε ηλικία μόλις 18 ετών με μοναδικά εφόδια το ταλέντο και το πάθος του για τον χορό.
Η παράσταση «Wisteria Maiden» θα ανέβει στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών από 22 έως 25 Απριλίου και στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης στις 29 του μήνα.
Σήμερα, ύστερα από 25 χρόνια στο εξωτερικό, ο Αντώνης Φωνιαδάκης είναι πλέον ένας επιτυχημένος χορογράφος που ζει και εργάζεται σε όλο τον κόσμο με σπουδαίες συνεργασίες στο βιογραφικό του, όπως μεταξύ άλλων με την ομάδα χορού της Μάρθα Γκράχαμ, τα Μπαλέτα της Γενεύης, της Εθνικής Οπερας της Λυών, της Βέρνης, του Ρήνου, της Ουάσιγκτον και της πόλης του Σάο Πάολο, τα Μπαλέτα Τζαζ του Μόντρεαλ, τη Sidney Dance Company, τα Μπαλέτα του Μορίς Μπεζάρ, το Cedar Lake Contemporary Ballet στη Νέα Υόρκη αλλά και μια ξεχωριστή κινηματογραφική δουλειά με τον διάσημο Αμερικανό σκηνοθέτη Ντάρεν Αρονόφσκι στην ταινία «Νώε».
Τέλος το 2012 τιμήθηκε με το βραβείο Danza Danza ως καλύτερος χορογράφος στην Ιταλία για το έργο του «Les Noces». Αν και ζει πολλά χρόνια εκτός Ελλάδας, ο ίδιος δηλώνει βαθιά Κρητικός διατηρώντας μέσα του άσβεστη την περηφάνια και τη λεβεντιά του νησιού του.
Ο Αντώνης Φωνιαδάκης θα έχει την ευκαιρία να παρουσιάσει και στο ελληνικό κοινό το πολύπλευρο ταλέντο του ανεβάζοντας στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών στις 22, 23, 24 και 25 Απριλίου και στο Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης στις 29 του μήνα το νέο του έργο «Wisteria Maiden», η παγκόσμια πρεμιέρα του οποίου δόθηκε πέρυσι τον Απρίλιο στο Διεθνές Φεστιβάλ Χορού του Βελιγραδίου. Η χορογραφία είναι εμπνευσμένη από το ιαπωνικό θέατρο Καμπούκι.
«Επέλεξα ένα έργο ρεπερτορίου από το θέατρο Καμπούκι γιατί με ενδιέφερε ιδιαίτερα όλη η τεχνοτροπία και το στιλιζάρισμα του άνδρα-ερμηνευτή μέσα σε αυτό το θέατρο, ο οποίος ερμηνεύει και τους γυναικείους ρόλους.
Είναι ένα όμορφο χορευτικό έργο, μου άρεσε η συγκεκριμένη ιστορία και το όνομά της, «Wisteria Maiden» (σ.σ.: η wisteria είναι ένα φυτό, η κινεζική γλυσίνα, και maiden σημαίνει κοπέλα, δηλαδή μια κοπέλα που είναι στολισμένη με τα μοβ άνθη του φυτού).
Στο θέατρο Καμπούκι υπάρχουν πολλά έργα ρεπερτορίου τα οποία είναι αμιγώς χορευτικά, κάποια είναι σόλο του ερμηνευτή ο οποίος υποδύεται νεαρές γυναίκες. Και αυτός ήταν ο πυρήνας της όλης έμπνευσης. Το πώς αυτός ο άνδρας καλείται να υπηρετήσει έναν γυναικείο ρόλο».
Το θέατρο Καμπούκι
Το θέατρο Καμπούκι είναι είδος παραδοσιακού ιαπωνικού θεάτρου, γνωστό για την τυποποίηση (στιλιζάρισμα) του δράματος και για τις πολυτελείς ενδυμασίες των ηθοποιών.
Τα στοιχεία που το χαρακτηρίζουν είναι οι τέχνες του χορού και του τραγουδιού. Επίσης αναφέρεται συχνά ως θέατρο της πρωτοπορίας ή το περίεργο θέατρο.
Το έργο "Wisteria Maiden" περιγράφει τον έρωτα μιας νεαρής κοπέλας για έναν άνδρα, ο οποίος όμως δεν ανταποκρίνεται στα αισθήματά της. Τον ρωτώ ποια είναι τα κοινά στοιχεία με το θέατρο Καμπούκι που χρησιμοποιεί στην παράσταση.
«Χρησιμοποιώ κάποια κλασικά στοιχεία ή σύμβολα του ιαπωνικού θεάτρου όπως μάσκες, ραβδιά, βεντάλιες, ειδικό μακιγιάζ, προσωπείο γκέισας... όμως όλα αυτά είναι αρκετά ελεύθερα δοσμένα, δεν αποτελούν αντιγραφή.
Το σημαντικότερο στοιχείο του έργου είναι πως έχω παρατηρήσει τον τρόπο που η γυναίκα παρουσιάζεται στην ιαπωνική τέχνη και έχω χρησιμοποιήσει με έναν τρόπο αρκετά ελεύθερο αναφορές από αυτές τις εικόνες.
Για μένα το έργο αυτό είναι ένα αφαιρετικό τοπίο όπου άνδρες καλούνται να ερμηνεύσουν γυναικείες μορφές. Διαπραγματεύομαι τη μεταμόρφωση και όχι τη συγκεκριμένη ερωτική ιστορία.
Όλο αυτό γίνεται για τη μεταμόρφωση η οποία είναι ένα παιχνίδι άλλωστε και το θέατρο Καμπούκι αυτό διαπραγματεύεται την ψευδαίσθηση. Μεταμόρφωση για μένα είναι μια όμορφη ιδέα. Είναι κάτι που κάνω συχνά στις δουλειές μου, να μεταμορφώνω τους ερμηνευτές μου, να μεταμορφώνω την πραγματικότητά μου.
Το "Wisteria Maiden"» έχει σμιλευτεί πάνω στην ιδέα της παρουσίας του αρσενικού-θηλυκού και ο θεατής θα δει τη συνεχή μεταμόρφωση και μια συνεχή μετατόπιση του τι είναι και του τι φαίνεται.
Ολο αυτό είναι δομημένο στη μορφή της γυναίκας όπως αυτή παρουσιάζεται στην ιαπωνική τέχνη και λογοτεχνία με επιρροές από γκέισες, τερατόμορφες παρουσίες, μάνγκα (ιαπωνικά καρτούν) κ.ά.
Είναι κάτι μεταξύ μύθου και φαντασίας, ένα ταξίδι μέσα σε εικόνες και φανταστικά τοπία που παραπέμπουν στην Ιαπωνία αλλά με τον τρόπο που εγώ τη φαντάζομαι».
Συνάντηση πολιτισμών
Η παραγωγή ανεβαίνει από την Andonis Foniadakis / Apotosoma Dance Company (την ομάδα χορού που ο ίδιος δημιούργησε το 2003), ενώ την παραγωγή υπογράφουν ο Βασίλης Γρηγορόπουλος και η Visionary Culture.
Τη μουσική δημιούργησε ο Ζουλιέν Ταρίντ και τα κοστούμια ο Τάσος Σωφρονίου. Τον ρωτώ για τις προκλήσεις που συνάντησε στην προετοιμασία του έργου.
«Η πρόκληση είναι ότι ως Ελληνας δεν κατέχω την ιαπωνική κουλτούρα σε βάθος και καταπιάστηκα με ένα έργο που προέρχεται από έναν διαφορετικό πολιτισμό, ο οποίος έχει συγκεκριμένους κώδικες.
Προσπαθώ λοιπόν όλα όσα έχω αφουγκραστεί από την ιαπωνική κουλτούρα να τα μεταφράσω και να τα βγάλω με έναν δικό μου τρόπο πάνω στη δουλειά σε σχηματοποιημένες εικόνες.
Η άλλη πρόκληση ήταν το πώς θα μεταφέρουμε μια γυναικεία προσωπικότητα σε κίνηση. Είχα να κάνω με οκτώ άνδρες ερμηνευτές οι οποίοι πρέπει να δουλέψουν πάνω σε μια θηλυκότητα, χωρίς όμως αυτό στο τέλος να γίνει παρωδία.
Πέρα όμως από τις καλλιτεχνικές δυσκολίες υπήρξε και η πρακτική δυσκολία, να οργανωθεί η παραγωγή στην Αθήνα. Επρεπε να φέρω τους ξένους χορευτές στην Ελλάδα και ταυτόχρονα με τους Ελληνες χορευτές να οργανωθεί η ομάδα. Και όλα αυτά να γίνουν σε μικρό χρονικό διάστημα».
Μια ζωή γεμάτη ταξίδια και παραστάσεις: «Η αγάπη για τη δουλειά νικάει την κούραση»
Πέρυσι η χορογραφία του Αντώνη Φωνιαδάκη, «Echo», παρουσιάστηκε στο Ηρώδειο από τη Martha Graham Dance Company. Μέσα στην ίδια χρονιά ταξίδεψε στο Σίδνεϊ για να χορογραφήσει για τη Sidney Dance Company, δημιούργησε ένα νέο έργο με τα Μπαλέτα Τζαζ του Μόντρεαλ, χορογράφησε για την όπερα του Ραμό «Κάστωρ και Πολυδεύκης» που έκανε πρεμιέρα στο θέατρο Champs-Εlysees στο Παρίσι, χορογράφησε για τα μπαλέτα της Λορένης (το έργο του Shaker Loops παρουσιάστηκε και στο Covent Garden στο Λονδίνο) και της Λουκέρνης... και μέσα σε όλα αυτά βρήκε τον χρόνο για να συνεργαστεί και με τον διάσημο σκηνοθέτη Ντάρεν Αρονόφσκι στην ταινία «Νώε».
«Ο Μπέντζαμιν Μιλπιέ (σ.σ.: ο νέος διευθυντής της Όπερας των Παρισίων), ο οποίος έχει κάνει τη χορογραφία στην ταινία «Μαύρος Κύκνος» με σύστησε. Εκείνος γνωρίζει καλά τη δουλειά μου, αφού στο παρελθόν έχω χορογραφήσει για την ομάδα του.
Έψαχναν έναν χορογράφο για να κάνει μια πιο μοντέρνα χορογραφία. Μίλησα μέσω Skype με τον Αρονόφσκι. Εγώ ήμουν στο διαμέρισμά μου στη Λυών και εκείνος στο Λος Αντζελες. Δεν σου κρύβω πως είχα τρακ, όμως ο Αρονόφσκι ήταν τόσο απλός που αμέσως το ξεπέρασα.
Μέσα σε 15 λεπτά μου εξήγησε τι ακριβώς ήθελε, ήταν άψογος. Τον συνάντησα στο Σαν Φρανσίσκο, όπου δουλέψαμε στο στούντιο του Τζορτζ Λούκας και στη Νέα Υόρκη, όπου επίσης έγιναν γυρίσματα. Εργάστηκα σκληρά και ήταν μια φοβερή εμπειρία. Εκανα την κινησιολογία σε κάποιους ψηφιακούς χαρακτήρες και μια λεπτομερή μελέτη στο πώς να στέκονται και να περπατούν».
Από το 1996 διατηρεί στη Λυών ένα διαμέρισμα όπου βρίσκεται και η βάση του. Ο ίδιος, βέβαια, εξομολογείται πως τη χρονιά που μας πέρασε συνολικά έμεινε μόνο έναν μήνα στο σπίτι του. Τον ρωτώ κατά πόσο πλέον τον κουράζει αυτή η νομαδική ζωή και το γεγονός ότι αναλαμβάνει τόσο συχνά να χορογραφεί για διαφορετικές ομάδες σε διαφορετικές χώρες.
«Είναι δύσκολο γιατί καταπονείσαι σωματικά και ψυχικά. Τα ταξίδια, η αλλαγή περιβάλλοντος, οι νέοι συνεργάτες και οι φίλοι που έρχονται και παρέρχονται... όλο αυτό απαιτεί τεράστια ενέργεια. Είμαι χορογράφος 12 χρόνια και άλλα 13 χορευτής, συνολικά δηλαδή 25 χρόνια γεμάτα ταξίδια.
Από τη μια εξουθενώνεσαι, αλλά από την άλλη μπορείς να βρεις μια μεγάλη ισορροπία, η οποία στην περίπτωσή μου αντλείται από την αγάπη για τη δουλειά μου. Αυτή, όμως, η συνεχής δράση με κρατάει όρθιο, με κάνει να νιώθω ότι είμαι εκεί, ότι είμαι παρών».
Η διαδρομή του: Από την Iεράπετρα, σε Ελβετία και Γαλλία
Ο Αντώνης Φωνιαδάκης γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ιεράπετρα. Σε ηλικία 18 ετών ήρθε στην Αθήνα για να φοιτήσει στην Κρατική Σχολή Χορού. Ενάμιση χρόνο αργότερα κέρδισε την υποτροφία «Μαρία Κάλλας» και έγινε δεκτός στη σχολή του Μορίς Μπεζάρ στη Λοζάνη, όπου έμεινε τέσσερα χρόνια.
Έπειτα από πρόσκληση του Γιώργου Λούκου μεταπήδησε στην Οπερα της Λυών για έξι χρόνια. Το 2003 ίδρυσε τη δική του ομάδα χορού Andonis Foniadakis/Apotosoma Dance Company.
«Ούτε εγώ ο ίδιος δεν κατάλαβα πώς έφτασα εδώ, όλα έγιναν πολύ γρήγορα. Ημουν πιτσιρίκι στην Κρήτη όταν οι γονείς μου βλέποντας την κλίση που είχα με έγραψαν σε σχολή με παραδοσιακούς χορούς.
Οι κρητικοί χοροί και οι μαντινάδες του νησιού με επηρέασαν βαθιά. Οταν αργότερα τους είπα ότι θέλω να ακολουθήσω καριέρα στον χορό εκείνοι με στήριξαν απόλυτα. Ανθρωποι απλοί, όμως ανοιχτόμυαλοι, οι οποίοι, παρόλο που δεν είχαν τη δυνατότητα, βρήκαν το κεφάλαιο να με ενισχύσουν.
Και από την Κρήτη βρέθηκα στη Λοζάνη και μετά στη Λυών... ήταν ένα μεγάλο σοκ η όλη μετάβαση, αλλά τα κατάφερα γιατί έχω πάθος για τη δουλειά μου. Ξυπνούσα στις 7 το πρωί και επέστρεφα στις 8 το βράδυ.
Είχα τα προσόντα και βρέθηκα στο σωστό μέρος, αλλά είχα και την τύχη να πιστέψουν σε μένα και στο ταλέντο μου σημαντικοί άνθρωποι όπως ο Φιλίπ Κοέν, διευθυντής του Μπαλέτου της Όπερας της Γενεύης, ο Γκι Νταρμέ, πρώην διευθυντής χορού της Μπιενάλε της Λυών και η πρώτη μου δασκάλα, Νίκη Παπαδάκη».
Ο κ. Φωνιαδάκης επισκέπτεται τακτικά τη χώρα μας για να δει την οικογένεια και τους φίλους του. «Η Ελλάδα με αναζωογονεί, όπου και αν βρίσκομαι την έχω πάντα στη ψυχή μου μαζί με την Κρήτη, το νησί μου».
Μάγδα Λιβέρη - Εθνος
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις