Ζητούν ποιότητα και καινοτομίες στα επιτραπέζια σταφύλια
Μετά την επίτευξη ασπερμίας στα επιτραπέζια σταφύλια, μιας από τις κυριότερες απαιτήσεις της αγοράς, μέσω γενετικής βελτίωσης, η λεκάνη της Μεσογείου συνεχίζει να το ψάχνει διαρκώς για να μην χάσει το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα που κατέχει στο προϊόν.
Επιζητείται σταθερή γεύση, ανθεκτικότητα και διαφοροποίηση των σταφυλιών που θα τα καθιστά πιο ανταγωνιστικά έναντι ομοειδών και θα τα προωθήσει στις προτιμήσεις του καταναλωτή.
Ο Giacomo Suglia, Πρόεδρος της APEO - ένωση παραγωγών και εξαγωγέων επιτραπέζιων σταφυλιών από την περιοχή της Απουλίας, η οποία αντιπροσωπεύει το 75% της καλλιεργούμενης περιοχής στην Ιταλία - εισήγαγε την εναρκτήρια συνεδρίαση. Όπως ανέφερε ο Suglia, «Για να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί σε μια παγκόσμια αγορά, χρειαζόμαστε ανταγωνιστικά προϊόντα, εξαιρετική ποιότητα και υψηλές αποδόσεις. Όχι μόνο νέες ποικιλίες, αλλά και τεχνικές παραγωγής που μας επιτρέπουν να επιτύχουμε ποιότητα με χαμηλό κόστος.»
Ο Carlo Fideghelli μοιράστηκε την εμπειρία του δικτύου Rete IVC (ιταλικό δίκτυο ποικιλιών), το οποίο οργανώνει δημόσιους και ιδιωτικούς φορείς στη νότια Ιταλία. Επεσήμανε δε τις βασικές προσεγγίσεις για την καινοτομία της ποικιλίας: «Επιδιώκουμε σταφύλια χωρίς καθόλου σπόρους. Επιπλέον, έχει ξεκινήσει ένα πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης για να καταστούν αυτά τα σταφύλια ανθεκτικά σε κρυπτογάμμες. Όσον αφορά τη γεύση, η οικογένεια των σταφυλιών Muscat εκτιμάται όλο και περισσότερο από τους καταναλωτές.»
Ο Maurizio Ventura, Διευθυντής της Licensing Europe για την SunWorld International, έχει εντοπίσει σημαντικές ποικιλιακές τάσεις για την Ιταλία και τις μεσογειακές χώρες: «Η υψηλή παραγωγικότητα, το χαμηλό κόστος παραγωγής και η ευχάριστη γεύση είναι τα χαρακτηριστικά που επιδιώκουμε».
«Υπάρχει μια εκτεταμένη προσφορά σταφυλιών χωρίς σπόρους, αλλά αυτά αντιπροσωπεύουν μόνο το 30% των σταφυλιών που καλλιεργούνται στην Ιταλία», δήλωσε ο Alberto Mastrangelo, διευθυντής πωλήσεων του ομίλου Grape & Grape , ενός προγράμματος ιταλικής ποικιλιακής καινοτομίας. «Οι μικροί παραγωγοί κυριαρχούν στην ιταλική αγορά, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της προσφοράς».
«Η ιδιαιτερότητα μπορεί να αποτελέσει ένα από τα στοιχεία που θα μας επιτρέψουν να αντιμετωπίσουμε αυτό το σενάριο, αναπτύσσοντας μια ποικιλία που να ενισχύει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της καλλιεργητικής περιοχής και δημιουργεί μια σύνδεση μεταξύ μιας ποικιλίας και της περιοχής προέλευσής της», κατέληξε ο Mastrangelo.
Ο Gianni Raniolo, Πρόεδρος του IGP Consorzio Uva da Tavola Mazzarone της Σικελίας, παρουσίασε ένα παράδειγμα τοπικής παραγωγής. «Το έργο μας γεννήθηκε από την ανάγκη να συνεργαστούν οι παραγωγοί, δεδομένου ότι ο ανταγωνισμός διεξάγεται σε παγκόσμια κλίμακα», εξήγησε ο Raniolo. «Το 2018 παρήξαμε περισσότερα από 3 εκατομμύρια κιλά από αυτά τα επιτραπέζια σταφύλια, τα οποία διανέμονται στις κορυφαίες αλυσίδες λιανικής πώλησης της Ιταλίας».
Την πρώτη συνεδρίαση ακολούθησε μια Στρογγυλή Τράπεζα, κατά τη διάρκεια της οποίας οι διεθνείς ομιλητές συζήτησαν τρία θέματα: της καινοτομίας της ποικιλίας, των σταφυλιών και των εξαγωγών, τα οποία παρουσιάστηκαν στο ακροατήριο με βιντεοσκοπημένες δηλώσεις των βασικών παραγόντων του τομέα.
Η Debbie Lombaard, από την ομάδα πωλήσεων της Richard Hochfeld LTD, έδωσε μια εικόνα για την αγορά του Ηνωμένου Βασιλείου. «Σταφύλια χωρίς σπόρους κυριαρχούν σχεδόν εξ’ ολοκλήρου στη βρετανική αγορά, με τους καταναλωτές να προτιμούν τα πιο γλυκά και τραγανά φρούτα. Δεν μπορούμε να πουλάμε κίτρινα σταφύλια επειδή οι καταναλωτές είναι συνηθισμένοι στα πράσινα», εξήγησε. «Το κύριο πρόβλημα είναι η διατήρηση της ποιότητας, καθώς εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές διαφορές μεταξύ των παραγωγών, οπότε οι καλλιεργητές πρέπει να ξέρουν πώς να χειρίζονται αυτές τις νέες ποικιλίες.» Αλλά η Ιταλία έχει και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. «Τα ιταλικά προϊόντα είναι αποτέλεσμα εκτεταμένης εμπειρίας και είναι γνωστά για την ποιότητά τους και γι’ αυτό ακριβώς η Ιταλία πρέπει να βασιστεί σε αυτά τα πλεονεκτήματα», πρόσθεσε. «Όσον αφορά τις εξαγωγές, η Ιταλία θα μπορούσε να ωφεληθεί από την επέκταση της αγοράς της ακόμη και εκτός Ευρώπης».
Η Γερμανία εκτιμά επίσης ιδιαίτερα τα ιταλικά σταφύλια που αποτελούν, μάλιστα, και το νούμερο ένα εισαγόμενο προϊόν. Η Annabella Donnarumma, Διευθύνων Σύμβουλος της Eurogroup Italia / Rewe, εξήγησε πώς έχει εξελιχθεί η κατανάλωση στη Γερμανία: «Σήμερα, το 70-75% των σταφυλιών είναι χωρίς σπόρους, ενώ τα σταφύλια θα γίνονται ολοένα και περισσότερο ένα εξειδικευμένο προϊόν, αλλά θα πρέπει να είναι υψηλής ποιότητας. Στη Γερμανία, οι προτιμήσεις των καταναλωτών αλλάζουν: τα κίτρινα σταφύλια εξακολουθούν να πωλούνται στο νότο, αλλά όσο πιο βορειότερα πηγαίνει κανείς, τόσο παρατηρεί τη μετατόπιση του ενδιαφέροντος σε πιο πράσινα σταφύλια. Η καινοτομία ποικιλίας πρέπει να επικεντρώνεται στα σταφύλια με γλυκιά γεύση, ακόμη και αν δεν είναι ιδιαιτέρως πολύχρωμα.
Η Annabella Donnarumma μίλησε επίσης για τις εξαγωγές: «Με τα χρόνια οι Ιταλοί παραγωγοί έχουν κάνει τεράστιες θυσίες για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις μας και έχουν αυξηθεί/ αναπτυχθεί λαμβάνοντας υπόψη τις απαιτήσεις της αγοράς. Αυτό που λείπει είναι η συσπέιρωση, το πνεύμα της πραγματικής συνεργασίας, ώστε να μπορέσουμε να συμβαδίσουμε με τις αναδυόμενες χώρες στην παγκόσμια αγορά διατηρώντας παράλληλα το σημερινό ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα ».
Ο κ. Joaquin Gomez Carrasco, πρόεδρος της ισπανικής οργάνωσης παραγωγών Apoexpa, πήρε επίσης το λόγο. «Τα τελευταία 20 χρόνια, η Ισπανία ερευνά νέες ποικιλίες χωρίς σπόρους, καθώς η ποικιλία των σπόρων εξαφανίζεται», σχολίασε ο Carrasco, ο οποίος χαρακτήρισε τα σταφύλια ως "φυσικά φρέσκο προϊόν". Όσον αφορά τις διεθνείς αγορές, πρόσθεσε: «Μια μεγάλη ανησυχία είναι ότι η αύξηση της παραγωγής μπορεί να οδηγήσει σε διακυμάνσεις των τιμών, γι 'αυτό πρέπει να βρούμε νέες αγορές-στόχους, αλλά η ανάπτυξη είναι συχνά μια αργή διαδικασία. Επομένως, δεν τίθεται το θέμα της παραγωγής, αλλά πολύ περισσότερο το θέμα της βελτίωσης της ποιότητας, η οποία αποτελεί πρόκληση που αντιμετωπίζουν όλοι οι παραγωγοί στην περιοχή της Μεσογείου.
Ο Stefano Borracci, τέλος, Διευθυντής Πωλήσεων της Serroplast, μοιράστηκε την εμπειρία του με τους Χιλιανούς παραγωγούς επιτραπέζιων σταφυλιών. «Προκειμένου να παραμείνουμε ανταγωνιστικοί σε βασικές αγορές όπως η Βόρεια Αμερική, οι αγρότες αισθάνθηκαν την ανάγκη βελτίωσης της ποιότητας μέσω καινοτόμων τεχνολογιών. Η επιλογή αυτή οφείλεται κυρίως στην αλλαγή του κλίματος, η οποία, κατά τα τελευταία χρόνια, προκάλεσε ακραίες καιρικές συνθήκες ».
Δείτε επίσης
- Tυμπάκι: Πρωτοβουλίες του Δήμου Φαιστού για την αποκατάσταση των πληγέντων
- Αρχαιολογικός χώρος Γόρτυνας: Αναβαθμίζονται οι διάδρομοι και η προσβασιμότητα
- Tυμπάκι: Πρωτογνωρες εικόνες μετά το σαρωτικό πέρασμα ανεμοστρόβιλου
- Tυμπάκι: Στις 2.000 οι υπογραφές για απόσχιση από τον Δήμο Φαιστού
- Δήμος Φαιστού-Σε ετοιμότητα η Πολιτική Προστασία λόγω έντονων καιρικών φαινομένων