Σαν σήμερα η εξέγερση του Πολυτεχνείου
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973 ήταν η κορυφαία αντιδικτατορική εκδήλωση και ουσιαστικά προανήγγειλε την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών.
Η Εξέγερση του Πολυτεχνείου το Νοέμβριο του 1973 ήταν η κορυφαία αντιδικτατορική εκδήλωση και ουσιαστικά προανήγγειλε την πτώση της Χούντας των Συνταγματαρχών, η οποία από τις 21 Απριλίου 1967 είχε επιβάλλει καθεστώς στυγνής δικτατορίας στη χώρα.
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκίνησε στις 14 Φεβρουαρίου 1973, όταν ξεσηκώθηκαν οι φοιτητές της Αθήνας και συγκεντρώθηκαν στο Πολυτεχνείο. Ζητούσαν την κατάργηση του Ν.1347, ο οποίος προέβλεπε την υποχρεωτική στράτευση όσων ανέπτυσσαν συνδικαλιστική δράση κατά τη διάρκεια των σπουδών τους. Η αστυνομία, παραβιάζοντας το πανεπιστημιακό άσυλο, εισήλθε στο χώρο του ιδρύματος, συνέλαβε 11 φοιτητές και τους παρέπεμψε σε δίκη με την κατηγορία της «περιύβρισης αρχής». Οι 8 καταδικάστηκαν σε διάφορες ποινές, ενώ περίπου 100 άλλοι αναγκάστηκαν να διακόψουν τις σπουδές τους και να ντυθούν στο χακί.
Επτά ημέρες μετά τα πρώτα γεγονότα του Πολυτεχνείου, στις 21 Φεβρουαρίου οι φοιτητές κατέλαβαν το κτίριο της Νομικής σχολής στην Αθήνα, προβάλλοντας τα συνθήματα «Δημοκρατία», «Κάτω η Χούντα» και «Ζήτω η Ελευθερία». Η αστυνομία επενέβη και πάλι για να καταστείλει την εξέγερση, αλλά η βίαιη εκδίωξη των φοιτητών από το κτίριο της Νομικής ενίσχυσε ακόμη περισσότερο την αγωνιστικότητά τους.
Η εξέγερση που ξεκίνησε στις 14 Νοεμβρίου του 1973 επρόκειτο να αποτελέσει την κορύφωση των αντιδικτατορικών εκδηλώσεων. Το πρωί εκείνης της ημέρας οι φοιτητές συγκεντρώθηκαν στο προαύλιο του Πολυτεχνείου και αποφάσισαν την κήρυξη αποχής από τα μαθήματα, με αίτημα να γίνουν εκλογές για τους φοιτητικούς συλλόγους τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους και όχι στα τέλη του επόμενου χρόνου, όπως είχε ανακοινώσει το καθεστώς.
Ακολούθησαν συνελεύσεις φοιτητών στην Ιατρική και στη Νομική σχολή. Μάλιστα, οι φοιτητές της Νομικής εξέδωσαν ψήφισμα, με το οποίο ζητούσαν την ανάκληση των αποφάσεων της Χούντας για τη διεξαγωγή των φοιτητικών εκλογών, εκδημοκρατισμό των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων, αύξηση των δαπανών για την παιδεία στο 20% του προϋπολογισμού και ανάκληση του Ν.1347 για την αναγκαστική στράτευση των φοιτητών.
Όσο περνούσε η μέρα άρχισαν να μαζεύονται ολοένα και περισσότεροι φοιτητές στο Πολυτεχνείο, αλλά και άλλοι που πληροφορήθηκαν το νέο. Η αστυνομία αποδείχθηκε ανίκανη να εμποδίσει την προσέλευση του κόσμου. Το απόγευμα πάρθηκε η απόφαση για κατάληψη του Πολυτεχνείου. Οι πόρτες έκλεισαν και από τότε άρχισε η οργάνωση της εξέγερσης. Το πρώτο βήμα ήταν η εκλογή Συντονιστικής Επιτροπής, στην οποία μετείχαν 22 φοιτητές και 2 εργάτες, με σκοπό να καθοδηγήσει τον αγώνα. Επιπλέον, δημιουργήθηκαν επιτροπές σε όλες τις σχολές για να οργανώσουν την κατάληψη και την επικοινωνία με την ελληνική κοινωνία.
Για το σκοπό αυτό άρχισε να λειτουργεί ένας ραδιοφωνικός σταθμός, αρχικά στο κτίριο του Χημικού και αργότερα στο κτίριο των Μηχανολόγων, με εκφωνητές τη Μαρία Δαμανάκη και τον Δημήτρη Παπαχρήστου. Επιπλέον, στο Πολυτεχνείο εγκαταστάθηκαν πολύγραφοι, που δούλευαν μέρα - νύχτα, για να πληροφορούν τους φοιτητές και τον υπόλοιπο κόσμο για τις αποφάσεις της Συντονιστικής Επιτροπής και των φοιτητικών συνελεύσεων. Συγκροτήθηκαν συνεργεία φοιτητών, που έγραφαν συνθήματα σε πλακάτ, σε τοίχους, στα τρόλεϊ, στα λεωφορεία και στα ταξί, για να τα γνωρίσουν όλοι οι Αθηναίοι. Στο Πολυτεχνείο οργανώθηκε εστιατόριο και νοσοκομείο, ενώ ομάδες φοιτητών ανέλαβαν την περιφρούρηση του χώρου, ξεχωρίζοντας τους ενθουσιώδεις και δημοκράτες Αθηναίους από τους προβοκάτορες.
Η πρώτη αντίδραση του δικτατορικού καθεστώτος ήταν να στείλει μυστικούς πράκτορες να ανακατευθούν στο πλήθος που συνέρρεε στο Πολυτεχνείο και να ακροβολήσει σκοπευτές στα γύρω κτίρια. Στις 16 Νοεμβρίου μεγάλες αστυνομικές δυνάμεις επιτέθηκαν εναντίον του πλήθους που ήταν συγκεντρωμένο έξω από το Πολυτεχνείο, με γκλομπς, δακρυγόνα και σφαίρες ντουμ-ντουμ. Οι περισσότεροι διαλύθηκαν. Όσοι έμειναν έστησαν οδοφράγματα ανατρέποντας τρόλεϊ και συγκεντρώνοντας υλικά από νεοανεγειρόμενες οικοδομές, και άναψαν φωτιές για να εξουδετερώσουν τα δακρυγόνα. Αργότερα, η αστυνομία έκανε χρήση όπλων, χωρίς όμως να πετύχει το στόχο της, την καταστολή της εξέγερσης.
Ο δικτάτορας Παπαδόπουλος, όταν διαπίστωσε ότι η αστυνομία αδυνατούσε να εισέλθει στο Πολυτεχνείο, αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το στρατό. Κοντά στο σταθμό Λαρίσης συγκεντρώθηκαν τρεις μοίρες ΛΟΚ και μία μοίρα αλεξιπτωτιστών από τη Θεσσαλονίκη. Τρία άρματα μάχης κατέβηκαν από του Γουδή προς το Πολυτεχνείο. Τα δύο στάθμευσαν στις οδούς Τοσίτσα και Στουρνάρα, αποκλείοντας τις πλαϊνές πύλες του ιδρύματος και το άλλο έλαβε θέση απέναντι από την κεντρική πύλη. Η Συντονιστική Επιτροπή των φοιτητών ζήτησε διαπραγματεύσεις, αλλά το αίτημά τους απορρίφθηκε.
Στις 3 τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου το άρμα που βρισκόταν απέναντι από την κεντρική πύλη έλαβε εντολή να εισβάλλει. Έπεσε πάνω στην πύλη και την έριξε, παρασέρνοντας στο διάβα του μία κοπέλα που ήταν σκαρφαλωμένη στον περίβολο κρατώντας την ελληνική σημαία. Οι μοίρες των ΛΟΚ, μαζί με ομάδες -μυστικών και μη- αστυνομικών, εισέβαλαν στο Πολυτεχνείο και κυνήγησαν τους φοιτητές, οι οποίοι πηδώντας από τα κάγκελα προσπάθησαν να διαφύγουν στους γύρω δρόμους. Τους κυνηγούσαν αστυνομικοί, πεζοναύτες, ΕΣΑτζήδες. Αρκετοί σώθηκαν βρίσκοντας άσυλο στις γύρω πολυκατοικίες, πολλοί συνελήφθησαν κα μεταφέρθηκαν στη Γενική Ασφάλεια και στην ΕΣΑ.
Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της Αστυνομίας, στις 17 Νοεμβρίου συνελήφθησαν 840 άτομα. Όμως, μετά τη Μεταπολίτευση, αξιωματικοί της Αστυνομίας, ανακρινόμενοι, ανέφεραν ότι οι συλληφθέντες ξεπέρασαν τα 2400 άτομα. Οι νεκροί επισήμως ανήλθαν σε 34 άτομα. Στην ανάκριση που διενεργήθηκε το φθινόπωρο του 1975 εναντίον των πρωταιτίων της καταστολής εντοπίστηκαν 21 περιπτώσεις θανάσιμου τραυματισμού. Ωστόσο, τα θύματα πρέπει να ήταν πολύ περισσότερα, διότι πολλοί βαριά τραυματισμένοι, προκειμένου να διαφύγουν τη σύλληψη, αρνήθηκαν να διακομιστούν σε νοσοκομείο.
Ο δικτάτορας Γεώργιος Παπαδόπουλος κήρυξε στρατιωτικό νόμο, αλλά στις 25 Νοεμβρίου ανατράπηκε με πραξικόπημα. Πρόεδρος ορίστηκε ο αντιστράτηγος Φαίδων Γκιζίκης και πρωθυπουργός της νέας κυβέρνησης ο Αδαμάντιος Ανδρουτσόπουλος. Όμως ο ισχυρός άνδρας του νέου καθεστώτος ήταν ο διοικητής της Στρατιωτικής Αστυνομίας, ταξίαρχος Δημήτριος Ιωαννίδης, που επέβαλλε ένα καθεστώς σκληρότερο από εκείνο του Παπαδόπουλου.
Η δικτατορία κατέρρευσε στις 23 Ιουλίου του 1974, αφού είχε ήδη προηγηθεί η τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Ο Γκιζίκης και ο αντιστράτηγος Ντάβος, διοικητής του Γ' Σώματος Στρατού, κάλεσαν τον Κωνσταντίνο Καραμανλή να επιστρέψει στην Ελλάδα για να επαναφέρει τη δημοκρατική διακυβέρνηση.
Ιστορίες όσων το έζησαν
Ξημερώματα Σαββάτου. Το ημερολόγιο έδειχνε «17 Νοεμβρίου 1973». Ένα τανκ κινείται προς τη σιδερένια πόρτα του Πολυτεχνείου της Αθήνας. Φοιτητές στέκονται πίσω από την πόρτα. Δεν υποχωρούν. Δεν φεύγουν. Βρίσκονται εκεί επί τρεις ημέρες, φωνάζοντας «Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία». Το τανκ ρίχνει την πόρτα. Τίποτα πια δεν θα είναι ίδιο. Γιατί λίγους μήνες μετά, θα ακολουθήσει η πτώση της Χούντας των συνταγματαρχών.
Έχουν περάσει σαράντα έξι χρόνια από τότε. Αναμνήσεις, εξιστορήσεις και μαρτυρίες από εκείνες τις ημέρες έχουν καταγραφεί και έχουν ακουστεί πολλές φορές. Κάθε μία από αυτές, όμως, είναι ξεχωριστή. Όπως ξεχωριστή είναι η ιστορία του καθενός από τους πρωταγωνιστές των ημερών εκείνων.
«Το Πολυτεχνείο είναι το πνεύμα μιας εποχής»
«Εδώ και χρόνια δεν μιλώ για το Πολυτεχνείο», είναι η πρώτη φράση του κυρίου Μηνά στην άλλη άκρη του ακουστικού. Δεν είναι ο πρώτος που απαντά με αυτή τη φράση. Για την ακρίβεια, οι περισσότεροι που ήταν στο κέντρο των εξελίξεων εκείνων των ημερών δεν θέλουν να μιλούν. Ο κ. Μηνάς είχε σημαντικό ρόλο στην οργάνωση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο. Ήταν φοιτητής στην Ανώτατη Βιομηχανική Σχολή Πειραιώς και μέλος της Φοιτητικής Ένωσης Κρητών.
Δεν θέλει να μιλήσει για τίποτα από όλα αυτά. Ούτε για το πώς οι φοιτητές από τον Πειραιά «κατέλαβαν» το τρένο για να φτάσουν μέχρι το Πολυτεχνείο και να βοηθήσουν στην οργάνωση του φοιτητικού κινήματος. Ούτε για τότε που μπήκε μέσα το τανκ και οι πρώτες κινήσεις του ήταν να προτρέψει τον Νίκο, που είχε ευθύνη του σταθμού, να τον καταστρέψει και στη συνέχεια, ο ίδιος να κλειδώσει στο συρτάρι του πρύτανη ό,τι πολύτιμο υπήρχε, για να παραμείνει ασφαλές.
Θυμάται μία κοπέλα, την Ιωάννα, που τη δεύτερη ημέρα μπήκε στο «Ιατρείο» (το νευραλγικό σημείο των ημερών εκείνων, στο κτίριο Γκίνη) πανικόβλητη και στενοχωρημένη γιατί έχασε την τσάντα της. «Αποκλείεται να σου την έκλεψαν. Εδώ μέσα δεν κλέβουνε», της είπε. Λίγο αργότερα, η κοπέλα βρήκε την τσάντα της κρεμασμένη σε ένα κλαδί ενός δέντρου στο προαύλιο.
«Αν θες, θα σου πω για την ουσία του Πολυτεχνείου. Τι συμβολίζει», λέει με αργή και σταθερή φωνή:
«Το Πολυτεχνείο είναι το πνεύμα μιας εποχής. Υπήρξε ένας αυθορμητισμός πηγαίος. Μέσα στο Πολυτεχνείο βρίσκονταν νέα παιδάκια. Δεκαεπτά, δεκαοκτώ χρόνων. Το φοιτητικό κίνημα τότε υπερέβη τα κόμματα. Και, κάτι που ίσως δεν ξέρει πολύς κόσμος, είναι ότι δεν ήταν καθόλου ανδροκρατούμενο», σημειώνει, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, και προσθέτει ότι τα κορίτσια είχαν σημαντικό ρόλο και χώρο στην οργάνωση του κινήματος.
«Ήταν μια ειρηνική εξέγερση, της οποίας το περιεχόμενο δεν είχε ίχνος βίας. Ήταν αριστερής αξιακής έμπνευσης και η δύναμη της ηθικής του βεβαιότητας ήταν το πρόταγμα της ελευθερίας και της δημοκρατίας. Εκφράζει το πνεύμα μιας γενιάς», επισημαίνει.
Για τον κ. Μηνά, το Πολυτεχνείο είχε «νεανική, πληθωρική και μαζική μορφή» και για αυτόν τον λόγο -αν και «συνέβη και τελείωσε εκεί»- παρήγαγε αποτέλεσμα. Συνεχίζει, όμως: «Αυτή ακριβώς η μορφή του ήταν που το κάνει "καθαρτήριο" μιας κοινωνίας ολόκληρης. Μπορούσαν πια όλοι να χωρέσουν εκεί».
Δεν του αρέσει να λέει ότι ήταν εκ των πρωταγωνιστών των ημερών. «Φυσικά υπήρξαν πρωταγωνιστές. Φυσικά το Πολυτεχνείο έχει ταυτότητα και η πρωτοπορία του έπαιξε ρόλο στη διαμόρφωση της δημοκρατίας μας», σχολιάζει. «Αλλά δεν πρέπει να προσωποποιείται», επιμένει, «εξέφρασε και εκφράζει μία γενιά ολόκληρη».
«Πηγαίναμε στο σχολείο και δεν κάναμε μάθημα»
Ο Μανώλης το 1973 έμενε στον 'Αγιο Ελευθέριο και ήταν μαθητής της Ε' γυμνασίου στο 18ο Γυμνάσιο Πατησίων. Οι μνήμες από τις ημέρες πριν και μετά το Πολυτεχνείο είναι ακόμα ζωντανές. «Ζήσαμε πολύ έντονα εκείνες τις ημέρες, όχι μόνο γιατί το σπίτι μας ήταν πολιτικοποιημένο», λέει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ. «Πηγαίναμε στο σχολείο και δεν κάναμε μάθημα. Μπαίναμε στην τάξη και οι καθηγητές δε μιλούσαν. Ήταν σιωπηλοί. Κάποιοι έκλαιγαν», θυμάται.
Μάλιστα, στο σχολείο του οργανώθηκαν οι μαθητές για να πάνε στο Πολυτεχνείο και να μπουν μέσα. «Φύγαμε από το σχολείο ομαδικά. Ξεκινήσαμε από το τέρμα Πατησίων που ήταν το σχολείο και αρχίσαμε να κατεβαίνουμε την Πατησίων. Ήταν πολύ παρακινδυνευμένο αυτό που κάναμε. Ήμασταν μικρά παιδιά. Στο ύψος της ΑΣΟΕΕ μάς σταμάτησε η αστυνομία με διάφορα, δακρυγόνα, καπνογόνα... Κι έτσι, γυρίσαμε πίσω. Δεν προλάβαμε να μπούμε στο Πολυτεχνείο. 'Αλλα σχολεία πρόλαβαν και πήγαν», λέει.
Η πληροφόρηση όλο εκείνο το διάστημα ήταν ακόμα πιο δύσκολη. «Θυμάμαι τον πατέρα μου να μην κοιμάται εκείνα τα βράδια. 'Ακουγε ξένους σταθμούς, από το Παρίσι, τη Μόσχα, την Deutche Welle και το BBC...», λέει. Στο σπίτι, η αγωνία ήταν μεγάλη γιατί στο Πολυτεχνείο της Θεσσαλονίκης σπούδαζαν τα δύο αδέρφια του Μανώλη και μάλιστα, ο μεγάλος αδερφός του είχε συλληφθεί. «Δεν είχες τρόπο να μάθεις τι πραγματικά συμβαίνει και γι' αυτό τα μαθαίναμε όλα από τους ξένους σταθμούς και μυστικά, ο ένας με τον άλλον. Στα ΜΜΕ, που ήταν όλα της Χούντας, έβλεπες άλλον κόσμο. Εκεί, όλα πήγαιναν ρολόι», καταλήγει.
Δείτε επίσης
- Π.Σ Τυμπακίου: Αγιασμός για το τμήμα παραδοσιακών χορών
- Κασσελάκης: Τα αποτελέσματα είναι 56,32% – 43,68% – Πόσους συνέδρους λέει πως εξέλεξε
- Kαιρός: Πραμένουν οι βοριάδες για τις επόμενες μέρες-Πότε αλλάζει το σκηνικό
- ΗΠΑ- Προεδρικές εκλογές: Πότε θα μάθουμε τον νικητή
- Κριθαράκι με πέστο βασιλικού και φέτα