Οι τελευταίοι βρακοφόροι της Μεσαράς
Με κάποια προσπάθεια καταφέραμε και συλλέξαμε ονόματα και άλλες πληροφορίες ντόπιων βρακοφόρων της Μεσαράς, βέβαια με τη βοήθεια πάντα παλαιοτέρων συμπατριωτών μας που γνώρισαν τους βρακοφόρους αυτούς στη περιοχή μας.
Έχουμε πληροφορίες για τους βρακοφόρους που έμεναν στις Μοίρες, αλλά και σε κάποια από τα γύρω χωριά, Γαλιά, Φανερωμένη, Απόλυχνο, Μονόχωρο, και Μετόχι (Ντε- Ρογδιανά).
Είχε καταγράψει 25 Μοιριανούς βρακοφόρους ο Μακαρίτης ο Ορέστης Κουκουριτάκης γιός του Περικλή Κουκουριτάκη του ιατρού της Μεσαράς, μαζί με πληροφορίες για τον κάθε ένα χωριστά, αλλά δυστυχώς δεν κατέστη δυνατόν να έρθουν στα χέρια μας.
Έτσι ο εντοπισμός τους κατέστη δυσκολότερος, αλλά ωστόσο το προσπαθήσαμε και συλλέξαμε ότι πληροφορίες μπορούσαμε για τον κάθε ένα βρακοφόρο.
Οι παλαιότεροι καθώς και ο γράφων, θυμούνται βρακοφόρους στου Μακαρίτη του Αστρινάκη το καφενείο ή απέναντι στο εκεί πρακτορείο, στο Γαλιανό καφενείο επίσης γέροντες βρακοφόρους με τον ναργιλέ στο χέρι, και κάποιους τουρίστες που του εντυπωσίαζαν, να προσπαθούν να τους φωτογραφίσουν!
Οι περισσότεροι πάντως βρακοφόροι, καθόταν από την εκκλησία του Αϊ Γιώργη, μέχρι την Αγία Παρασκευή που εκεί το λέγανε «στα Ψαθιανά». Μονάχα από τον φούρνο του Χριστοφή και πάνω υπήρχαν εφτά οχτώ βρακοφόροι!
Θα τολμήσουμε να μνημονεύσουμε σήμερα τους βρακοφόρους αυτούς των Μοιρών, που ήταν είκοσι με εικοσιπέντε περίπου, και είκοσι επτά είχε η Γαλιά, αν και δεν είναι εύκολο να γίνει αυτό σήμερα χωρίς περισσότερη εμπεριστατωμένη έρευνα, και αν βρεθούν τα χειρόγραφα του Μακαρίτη Ορέστη, ίσως επανέλθουμε στο θέμα μας. Για αυτό θα πρέπει να μας συγχωρέσει κάποιος για τυχόν λάθος και τυχόν ανακρίβεια κάποιου ονόματος ή της περιγραφή τους, αν και διασταυρώθηκαν οι πληροφορίες μας τουλάχιστον από τέσσερεις διαφορετικές μαρτυρίες, αλλά λάθη πάντα μπορούν να συμβούν.
Οι βρακοφόροι των Μοιρών
Φανουργάκης Γιώργης ή Ραφτογιώργης: Ήταν τσαγκάρης, και ήρθε από το χωριό Μάκρες. Ήταν βρακοφόρος και κάτοικος Μοιρών. Έραβε τις κρητικές μπότες της περιοχής Μεσαράς αφού ήταν το επάγγελμά του, αλλά έραβε και εκείνες που φορούσε και ο ίδιος.
Τερζής φανουργακης Γεώργιος: Ήταν ράφτης στο επάγγελμα με καταγωγή από το Ρέθυμνο. Έφτιαχνε βράκες, καθώς και τις δικές του.
Στρατιδάκης χαραλαμπος: Είχε ζαχαροπλαστείο στις Μοίρες στην κεντρική πλατεία, και ήταν βρακοφόρος. Πέθανε την κατοχή, και συνέχισε το ζαχαροπλαστείο ο ένας γιός του γιατί ο άλλος ήταν έμπορος, αλλά στη συνέχεια και ο γαμπρός του ο Τζωρτζάκης αγόρασε κι άλλο ένα κατάστημα δίπλα, όπου έκανε και αυτός ζαχαροπλαστείο .
Μοσχονάς Γιάννης: Καθόταν κοντά στου παπά Αρμούτη τα σπίτια, και ήταν βρακοφόρος κι αυτός. Ήταν καλός άνθρωπος, και επειδή εκεί κοντά υπήρχε σχολείο, τα παιδάκια κυρίως τα αγόρια ήθελαν να πιάσουν τη βράκα του, και εκείνος σαν περνούσε από εκεί πάντα κρατούσε ένα βοτσαλάκι και τα κυνηγούσε! Δεν τα έδερνε όμως ποτέ, απλά χτυπούσε τα στιβάνια του και εκείνα τρομάζανε και φεύγανε!
Γεώργιος Καμπουράκης ή Καμπουρογιώργης: Ήταν από την Απόλυχνο, αλλά καθόταν στις Μοίρες δίπλα στην εκκλησία στον Άγιο Γεώργιο. Ήταν βρακοφόρος και γεωργός στο επάγγελμα.
Αλεξανδράκης Ηλίας: Φορούσε κι αυτός κρητική βράκα, και μια μέρα αμέσως μετά τη κατοχή εκεί που τρώγανε, μια σφαίρα που έφυγε από κάποιο απλό, χτύπησε στο κατώφλι και τον πήρε στο μάτι. Έχασε τελικά το ένα του μάτι, αλλά όμως ο ίδιος καθώς και όλη η οικογένεια Αλεξανδράκη, βοηθούσαν με διαφόρους τρόπους τους αντάρτες στη κατοχή, μάλιστα βγήκε και ο ίδιος στο βουνό. Αυτός ήταν και ο λόγος που ήταν ένας από τους 10 που επρόκειτο να εκτελέσουν οι Γερμανοί στις Μοίρες. Ειδοποιήθηκε όμως έγκαιρα και το έσκασε για το βουνό, οπότε τη γλύτωσε. Βοηθούσε όμως και ο γιός του ο Μανώλης, ο οποίος για αυτό το σκοπό χρησιμοποιούσε και το αυτοκίνητό του, που το είχε σαν ταξί.
Στεφανουδάκης Γιάννηςή Συριανός : Φορούσε πολύ μακριά βράκα, αλλά χωρίς τα στιβάνια, μόνο μαύρες κάλτσες και παπούτσια, ήταν εντυπωσιακός αν και πολύ κοντός. Είχε στις Μοίρες τρία τέσσερα μαγαζιά, εκεί που είναι σήμερα το κρεοπωλείο του Μουρτζή, και είχε δικό το ολόκληρο εκεί τον μαχαλά, όπου τα νοίκιαζε και επιβίωνε. Ένα διάστημα έκανε κι αυτός ταβερνάκι που αργότερα το έδωσε σε μια κόρη του, είχε ακόμα ένα γιό και άλλες ή τρείς κόρες.
Ντασκουλιέρης Δημητρης: Ήταν Μικρασιάτης, αλλά επειδή είχε έρθει πολύ νέος μαζί με άλλον έναΝ αδερφό του , ενσωματώθηκαν με τον ντόπιο πληθυσμό, και οι δύο φορούσαν την κρητική φορεσιά. Είχαν αποκτήσει και την ντόπια προφορά, και έτσι και οι δύο Ντασκουλιέρηδες δεν ξεχώριζαν από τους υπόλοιπους Μεσαρίτες! Ο Δημήτρης ήταν ο πατέρας της Καρκανοχριστοφίνας από τη Γαλιά. Τα δυο αδέρφια είχαν νοικιάσει ένα νερόμυλο στου Βρέλη όπου τον δούλευε για πολλά χρόνια, τον περιβόητο «Μύλο του Ντασκουλίέρη».
Χατζιδάκης Γεώργιος ή Χαζιρογιώργης: Ήταν βρακοφόρος κι αυτός και καθόταν κάτω από την Αγία Παρασκευή στις Μοίρες. Οι ντόπιοι τον θυμούνται που είχε ένα γαϊδουράκι και ένα πρόβατο μαύρο και τα έβγαζε για βοσκή. Πέθανε τη κατοχή.
Μανασάκης Εμμανουήλ ή Θεργιουλομανώλης: Ήταν Γαλιανός αλλά κάτοικος Μοιρών, και ήταν αδερφός του περιβόητου παπά Γιάννη. Ήταν αντίθετα με τον παπά Γιάννη που ήταν κοντός και λεπτός, πολύ ψηλός γεροδεμένος και δυνατός «σαν θεριό», όπου ήταν και η αιτία που πήρε και το παρατσούκλι του! Γενικά ήταν ωραίος άνδρας , και πήγαινε άψογα επάνω του η κρητική φορεσιά.
Κουλεντάκης Γεώργιος. Τον θυμούνται πολύ γέρο, και αν και ήταν παπάς , φορούσε και εκείνος μια κρητική βράκα, και μάλιστα πολύ μακριά, που σχεδόν σερνόταν κάτω καθώς προχωρούσε! Πέθανε πριν τη κατοχή, και λίγοι τον θυμούνται.
Ανδρέας ο Σωμαράς: Δεν γνωρίζουμε επίθετο. Βρακοφόρος στις Μοίρες με καταγωγή από τα Καλύβια, και στο επάγγελμα ήταν σωμαράς.
Νικολαος Βεϊσακης ή Φικονικολής. Κατέβηκε στη Γαλιά όταν κάψανε τα Βορίζα και από εκεί αργότερα στις Μοίρες. Έμενε στα Ψαθιανά δυτικά των Μοιρών στον Γαλιανό δρόμο, και ήταν σκληρός άνθρωπος και δυστυχώς άκλερος. Κάποια στιγμή όμως υιοθέτησε ένα παιδί τον Νίκο που έγινε γυμναστής , και ήταν παιδί του αδερφού του Βεϊσάκη Γιάννη ή Δρακογιάννη, όπου το παιδί αυτό κληρονόμησε μεγάλο μέρος από την περιουσία του. Ο ίδιος ο Φικονικολής για χρόνια έκανε καφενείο στου Αλεξανδράκη τον φούρνο δίπλα, σε δικό του ιδιόκτητο κτήριο και πάντα φορούσε την κρητική φορεσιά.
Κιτσοχαραλάμπης Μπάμπης: Ήταν βρακοφόρος από τον Χάρακα και καθόταν στις Μοίρες, και δώρισε το κτήμα του στη Μητρόπολη επί Επισκόπου Ψαλλιδάκη , που ήταν τότε Επισκοπή, όπου χτίστηκε το κτήριο της Επισκοπής και αργότερα της Μητρόπολης.
Σίφης Μιχελάκης ή Σιφομιχελάκης: Ήταν μάγειρας από τα Σφακιά, είχε εστιατόριο δίπλα στο γυράδικο του Ηρακλή και βρακοφόρος. Πιο παλιά πριν από αυτόν, νοίκιαζε το εστιατόρια αυτό ο Γιώργης Στεφανουδάκης ή Βροντογιώργης ή Βρόντος από την Φανερωμένη, που ήταν βρακοφόρος κι αυτός.
Ζεάκης θεόδουλος: Η καταγωγή του ήταν από τις Μέλαμπες. Ήταν χαρκιάς (σιδηρουργός) στο επάγγελμα. Βρακοφόρος κι αυτός Μοιριανός. Καθόταν δυτικά και ψηλά στις Μοίρες. Ο Ζεάκης είχε και δυο γιούς, τον Μιχάλη και τον Αντώνη, που ήταν και εκείνοι χαρκιάδες.
Στελιάνακης Γεώργιος: Βρακοφόρος με καταγωγή από τις Μάκρες, έμενε εκεί στο μικροβιολογικό ιατρείο της κας Κριτσωτάκη , και το επάγγελμά του ήταν τσαγκάρης.
Κουρμούλης Ιωάννης: Ο γέρο Κουρμούλης ήταν δάσκαλος στο επάγγελμα, και μάλιστα του έδωσε η πολιτεία τον τιμητικό τίτλο του «ΈΠΑΡΧΟΥ ΤΗΣ ΜΕΣΑΡΆΣ», λόγω που καταγόταν από την μεγάλη γενιά των Κουρμούληδων, που έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην επανάσταση με τους Τούρκους . Καταγόταν από του Κουσέ, και κληρονόμησε τους Πύργο των Κουρμούληδων, όπου μάλιστα σώζονται ακόμα. Ήταν και ο ίδιος βρακοφόρος μέχρι την τελευταία στιγμή της ζωής του.
Μενεγάκης Γεώργιος: Ήταν κατακόκκινα τα μαλλιά του αλλά σαν γέρασε γίνανε κάτασπρα, και πέθανε πολύ γέρος. Ο Μενεγάκης ήταν προπάππους της γνωστής μας τηλεπαρουσιάστριας Μενεγάκης. Ήταν ο μόνος που φορούσε κόκκινα η καφέ στιβάνια, αντί κρητικές μπότες.
Μανιδάκης Γεωργιος: Ήταν τσαγκάρης στις Μοίρες για κάποια χρόνια πριν τη κατοχή, αλλά στη κατοχή τα παράτησε και έκανε τον αγρότη. Βρακοφόρος κι αυτός.
Φανουργάκης τερζης, που έραβε κρητικές βράκες, και έμενε απέναντι από τον φούρνο του Χριστοφή, ο ίδιος φορούσε μπλε βράκες.
Στυλιανός Χατζιδακης ή Μαύρος: Βρακοφόρος από τη Πόμπια και έμενε στις Μοίρες.
Το «Μαύρος» ήταν ένα παρατσούκλι, που του είχαν κολλήσει γιατί είχε παντρευτεί μια μαύρη γυναίκα, που λέγανε πως ήταν κάπως άσχημη. Όμως εκείνος πάντα έλεγε σε όλους τη γνωστή φράση : « Ανε την πάρω όμορφη θα μου τη κυνηγούνε, ανε τη πάρω άσκημη θα με κατηγορούνε. Μα όμορφη γ-ή άκημη γ-ή όπως θέλει ας είναι, εγώ για τη γυναίκα μου δερβεναγάς θα είμαι»!
Οι βρακοφόροι της Φανερωμένης
Στεφανουδάκης Γεώργιος ή Βροντογιώργης: Βρακοφόρος στη Φανερωμένη, και παππούς του σημερινού ορθοπεδικού Στεφανουδάκη Γεωργίου. Αν και αγρότης, υπήρξε Μακαιδονομάχος, αφού πολέμησε στην Μακεδονία. Ήταν ψηλός λεπτός, και γενικά λεβεντόγερος, και η φορεσιά του πήγαινε πολύ. Ένα διάστημα έκανε και εστιατόριο που νοίκιαζε στις Μοίρες δίπλα στα στο σουβλατζίδικο του Ηρακλή, και από αυτόν το παρέλαβε αργότερα και ο Σιφομιχελάκης
Γιώργης Φιτσοδασκαλάκης. Ήταν από τους τελευταίους βρακοφόρους της Μεσαράς, και ήταν αγρότης γνωστός ως «Κατσοχοιρογιώργης». Πέθανε πριν 30 χρόνια σε ηλικία 95 χρόνων φορώντας πάντα τη στολή, και δεν είχε επισκεφτεί ποτέ το γιατρό, γιατί ήθελε το βιβλιάριό του καθαρό! Του άρεσε πολύ ο στρατιωτικός κλάδος.
Επί Βενιζέλου, πολέμησε κι αυτός στον μικρασιατικό πόλεμο για 12 χρόνια, ως το ’43, μαζί με άλλους Φανερωμιανούς, και ήταν υπεύθυνος στα άλογα.
Το μεγάλο του παράπονο ήταν, που δεν έμαθε γράμματα, γιατί ο στρατός ήθελε να του δώσει μεγάλο βαθμό για τη προσφορά του!
Τον έφθασε όμως μέχρι λοχία!
Θεοδωράκης Φραγκίσκος του Γεωργίου: Τον προσφωνούσαν «Φραγκή», και ήταν κι αυτός αγρότης.
Οι Βρακοφόροι στη Γαλιά
Οι βρακοφόροι στη Γαλιά ήταν εντυπωσιακά πολλοί, αλλά καταφέραμε και διασώσαμε αρκετά ονόματα.
Μανώλης Παπαδάκης ή Μαραγκός. Έμενε στην περιοχή Δρακακιανά ανατολικά της Γαλιάς, το επάγγελμά του ήταν ξυλόγλυπτης σε τέμπλα εκκλησιών, αλλά ήξερε και από πόρτες και τράπεζα, και έτσι του κόλλησαν το παρατσούκλι «Μαραγκός» . Γεννήθηκε το 1830 και πέθανε το 1936. Το παρατσούκλι «Μαραγκός» ήταν και η αιτία όπου αργότερα άλλαξε το επίθετό του από Παπαδάκης σε Μαραγκάκης.
Χουστουλάκης Εμμανουήλ του Γεωργίουή Ρετζεπομανώλης . Ήταν αγρότης αλλά και βιοτέχνης. Παρασκεύαζε διάφορα ζαχαρωτά αλλά είχε και δική του φάμπρικα. Φορούσε πάντα τη κρητική φορεσιά μέχρι την τελευταία στιγμή. Εκτός των αγροτικών εργασιών και των εργασιών της φάμπρικας, δίδαξε στα παιδιά του την τέχνη του παγωτού κασάτου, της κανελάδας και των διαφόρων ζαχαρωτών, όπως παστέλια σησαμόπιτες, καραμέλες κλπ.
Κωστής Μαραγκάκης ή Μαραγκοκωσταντής: Φόραγε βράκες μέχρι που πέθανε. Από μικρός 12 χρόνων είχε πρόβλημα στα ποδιά από μικρή ηλικία και δεν περπατούσε.
Ζαχαρίας Φραγκιαδάκης ή Φραγκοδοζαχάρης: Ήταν Βοριζανός , και όσο ήταν στα Βορίζα ήταν βοσκός, μετά που κατέβηκε στη Γαλιά έγινε γεωργός.
Νίκος Σταθοράκης ή Καψαλονικολής: Βρακοφόρος γεωργός στο επάγγελμα.
Δαμανάκης Βασίλης ή Δαμιανοβασίλης: Ο ίδιος ήταν γεωργός, αλλά το παιδί του έκανε τον έμπορο αλλά και πρόεδρος του χωριού.
Δαμανάκης Μύρος ή Διαμιανομύρος : Ήταν κι αυτός βρακοφόρος.
Χουστουλάκης Γεώργιος ή Σφεντιλογιώργης: Ήταν βρακοφόρος και πατέρας του Σφεντινομανωλη.
Δρουγκάκης Γιώργης και Δρουγκάκης Νικολής: Δύο αδέρφια από τη Γαλιά που ήταν και οι δύο βρακοφόροι.
Ζαχαρίας Δαμιανάκης: Ήταν βρακοφόρος και ο πλουσιότερος της Γαλιάς. Είχε πρόβλημα στα ποδιά και δεν φορούσε στιβάνια παρά κάλτσες και παπούτσια.
Φραγκιάς Σαββάκης ή Σαββοφραγκιάς : Ήταν βρακοφόρος και ο πατέρας του Αλέξη Σαββάκη ή Σαββαλέξη, του Κώστα Σαββάκη ή Σαββόκωστα, και του Μανώλη Σαββάκη ή Σαββομανώλη.
Τσαγκαράκης Νικολής ή Τσααγκαρονικολής ή Λαδικος: Βρακοφόρος στη Γαλιά αλλά ονομάστηκε «Λαδικός», επειδή λάδωνε εύκολα τη βράκα του.
Νικολούδης Γιώργης ή Κουτσός: Βρακοφόρος αλλά ήταν κουτσός και έμενε στην είσοδο του χωρίου, και είχε δυο γιους, τον Διονύση και τον Κωστή.
Γιώργης Παπαδάκης ή Σκαράντζης: Βρακοφόρος με το παρατσούκλι «Σκαράντζης», επειδή είχε δυσανάλογο σώμα, ήταν ψηλός από τη μέση και επάνω, αλλά τα πόδια του ήταν λεπτά σαν της σκάρας (αρπαχτικό πουλί).
Φανουράκης Ζαχάρης ή Φανουροζαχάρης: Γαλιανός που φόραγε βράκες μέχρι και πέθανε.
Φανουράκης Νικόλαος ή Φανουρονικολής: Κι αυτός Γαλιανός που φορούσε βράκες.
Παπαδάκης Νικόλαος ηΠαπαδονικολής. Γεννήθηκε στα Βορίζα, αλλά κατέβηκε στη Γαλιά και ήταν γεωργός, κι αυτός βρακοφόρος.
Κωνσταντίνος Μαρκάκης ή Ηρακλόκωστας: Βρακοφόρος που έμενε στο Καλύβι της Γαλιάς, και ήταν του Ηρακλογιώργη αδελφός.
Στρατάκης Κωστής ή Σηφόκωστας : Ήταν γνωστός περισσότερο σαν «Σηφόκωστας» επειδή τον πατέρα του τον έλεγαν Σήφη, αλλά το επίθετο του ήταν Στρατάκης, και ήταν κι αυτός βρακοφόρος.
Στρατάκης Στελιανός ή Στρατοστελιανος: Βρακοφόρος και αγρότης στο επάγγελμα.
Γιώργης Μαρκάκης ή Ηρακλογιωργης : Φορούσε πάντα βράκες αν και πέθανε νωρίς.
Νικολής Χουστουλάκης ή Ρετζεπονικολης: Βρακοφόρος στη Γαλιά και πρώτος ξάδερφος του Ρετζεπομανώλη Ήταν γιος του καπετάν Κωνσταντούλακα, και είχε κόρη την Ξυλολυμπιάδα.
Οι βρακοφόροι στην Απόλυχνο
Στην Απόλυχνο χωριό ανατολικά της Γαλιάς, είχαμε και εδώ βρακοφόρους, τον Ανδρουλάκη Γιώργη, τον Ξεκαρδακη Κωστή ή Πισσόκωστα, και τον Ξεκαδάκη Λεωνίδη ή Πισολεωνίδη, που ήταν αδέρφια.
Οι Βρακοφόροι στο Μετόχι (Ντε- Ρογδιανά)
Μανασσάκης Μιχάλης η Μπελαδομιχάλης: Ήταν ο μοναδικός βρακοφόρος τα τελευταία χρόνια στο μικρό μετόχι, νότια της Γαλιάς και εγκαταλελειμμένο χωριό σήμερα.
Οι βρακοφόροι στο Μονόχωρο
Γιώργης Χρονάκης ή Χρονογιώργης: Στο Μονόχωρο ο Γιώργης Χρονάκης είχε φάμπρικα γνωστή και σαν «φάμπρικα του Χρονογιώργη» που το κτίσμα και το πρέσο σώζεται μέχρι σήμερα.
Ο γιος του ο Γιάννης Χρονάκης ή Χρονογιάννης ήταν κι αυτός βρακοφόρος αλλά άκλερος. Στα τελευταία χρόνια του είχε υιοθετήσει μια ανιψιά του, όπου και κληρονόμησε την περιουσία του.
Νικολούδης Νικόλαος ή Κοκόλης: Έμενε στο Μονόχωρο με τη γυναίκα του την Κοκόλαινα, και ήταν βρακοφόρος κι αυτός. Ήταν σε όλη του τη ζωή τυφλός, αλλά κατάφερνε και πήγαινε σε όλες τις δουλειές του ολομόναχος, με οδηγό μονάχα μια βέργα! Νύχτα κλάδευε τα αμπέλια του, και πάντα πήγαινε με τα πόδια. Είχε μεγάλη ευαισθησία στην ακοή του! Όταν περνούσε στο δρόμο κάτι αυτοκίνητο ή ζώο μεταφορικό, πήγαινε αμέσως στην άκρη του δρόμου! Με οδηγό το βεργαλάκι του κατέβαινε και στις Μοίρες στο παζάρι. Γύριζε όλο το παζάρι, ψώνιζε, έκανε όλες τις δουλειές του, και μετά γύριζε με τα πόδια στο Μονόχωρο! Καμιά φορά είχε και συνοδό κάποιον από τους δυο γιους του, τον Κοκολομιχάλη και τον Κοκολογιωργη, ή την κόρη του την Κοκολοερείνη. Όμως μετά τον άδικο χαμό του γιού του Κοκολομιχαλη, ο γέρο Κοκόλης βάσταξε λίγα χρόνια.
Βέβαια πολλούς βρακοφόρους είχαν και τα χωριά Ζαρός, Βόροι, Τυμπάκι κλπ, αλλά ίσως τους αναζητήσουμε σε άλλο κεφάλαιο, καθώς και στα υπόλοιπα χωριά της Μεσαράς.
(Ευχαριστούμε για τη βοήθεια στο κείμενο που μας παρείχαν ο κος. Μύρωνας Μαραγκάκης συνταξιούχος από τη Γαλιά, η κα Βασιλείας Μαρκάκη πρώην δασκάλα από τις Μοίρες, η αδερφή της κα Ανδριάνη Μαρκάκη, επίσης η κα Κατερίνας Νικολιδάκη λαογράφος της Φανερωμένης, και ο κος Ιωάννης Χατζάκης ή Χατζογιώργης από τις Μοίρες).
Κείμενο: Χουστουλάκης Γεώργιος
Δείτε επίσης
- Κρήτη: Θυελλώδεις άνεμοι αύριο - Αναλυτικά η πρόγνωση - Το κεντρικό Λιμεναρχείο προειδοποιεί
- Π.Σ Τυμπακίου: Έρχεται το 2ο “South Santa Run”!
- Δήμος Γόρτυνας: Ενημερωτική συνάντηση για ένα σημαντικό έργο για την περιοχή
- Δήμος Φαιστού : «Δώσε Φωνή, Σπάσε τον Κύκλο της Βίας»
- Δήμος Φαιστού: Εντείνεται ο προβληματισμός για την ασφάλεια των σχολικών κτιρίων