Η είδηση για τη δημιουργία ενός σχήματος προστασίας των assets και ενός οχήματος ειδικού σκοπού στο οποίο θα «ξεφορτώνονται» οι τράπεζες τα επισφαλή δάνεια με κρατικές εγγυήσεις δεν είχε θετική ανταπόκριση από την αγορά, αν ληφθεί υπόψη το νέο «άδειασμα» των τραπεζικών μετοχών την Παρασκευή.
Οι μετοχές των ελληνικών τραπεζών έχουν βρεθεί στο «μάτι του κυκλώνα» από τις αρχές Μαΐου, οπότε και ξεκίνησε ο πρώτος κύκλος της ισχυρής πτώσης, προκαλώντας ανησυχίες στους επενδυτές οι οποίοι –όπως απέδειξαν και όλα τα roadshows του καλοκαιριού, αλλά και του Σεπτεμβρίου– τηρούν άκρως επιφυλακτική στάση, παρόλο που η Ελλάδα βγήκε από την εποχή των μνημονίων και οι τράπεζες βρίσκονται σε διαδικασία «εκκαθάρισης» των ισολογισμών τους από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η είδηση για τη δημιουργία ενός σχήματος προστασίας των assets και ενός οχήματος ειδικού σκοπού στο οποίο θα «ξεφορτώνονται» τα επισφαλή δάνεια με κρατικές εγγυήσεις δεν είχε θετική ανταπόκριση από την αγορά, αν ληφθεί υπόψη το νέο «άδειασμα» των τραπεζικών μετοχών την Παρασκευή, καθώς η... ιδέα της χρήσης του «μαξιλαριού» ρευστότητας της κυβέρνησης για την ενίσχυση των τραπεζών προκαλεί νέους τριγμούς.
Είναι χαρακτηριστικό πως τον Μάιο «χάθηκαν» 2,2 δισ. από την κεφαλαιοποίησή τους, τον Αύγουστο, οπότε και σημειώθηκε το δεύτερο μεγάλο κύμα πτώσης –και εν μέσω της ολοκλήρωσης του προγράμματος– οι απώλειες άγγιξαν το 1,2 δισ. ευρώ, και στο τρέχον και ισχυρότερο κύμα, το οποίο ξεκίνησε τον Σεπτέμβριο, «χάθηκαν» 2,4 δισ. ευρώ με τη συνολική κεφαλαιοποίηση των τεσσάρων συστημικών τραπεζών να προσγειώνεται κοντά στα 5 δισ. ευρώ από 9,8 δισ. ευρώ στα τέλη του 2015 και μετά την τρίτη ανακεφαλαιοποίησή τους.
Οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν έχουν εγκλωβίσει τις μετοχές τους στο στόχαστρο των ρευστοποιήσεων αλλά και των αρνητικών θέσεων (shorts) των funds, με το κραχ της περασμένης Τετάρτης να κορυφώνει τους φόβους σχετικά με το εάν θα χρειαστούν νέα κεφάλαια. Οπως σημειώνουν οι αναλυτές, οι ελληνικές τράπεζες βρίσκονται αντιμέτωπες με πάνω από έναν... «ελέφαντα στο δωμάτιο», με αποτέλεσμα να έχει πληγεί η επενδυτική εμπιστοσύνη με πρώτο και κύριο λόγο το μέγεθος των μη εξυπηρετουμένων ανοιγμάτων. Ωστόσο, οι προκλήσεις δεν σταματούν εκεί και αφορούν τόσο «εσωτερικούς» όσο και εξωτερικούς παράγοντες.
• Οι νέοι επιθετικοί στόχοι μείωσης των κόκκινων δανείων αποτελούν τη μεγάλη ανησυχία των αγορών, καθώς δημιουργούν φόβους για τις πιέσεις που θα σημειωθούν και που έχουν ήδη σημειωθεί, στην κεφαλαιακή επάρκεια των τραπεζών. Οι διεθνείς αναλυτές και οι επενδυτικές τράπεζες έχουν επισημάνει με μπαράζ εκθέσεών τους, το τελευταίο διάστημα, ότι οι στόχοι είναι φιλόδοξοι και πως ακόμα και η επίτευξή τους θα διατηρήσει τα NPEs σε υψηλά επίπεδα. Οπως σημειώνει η Goldman Sachs, «όσο φιλόδοξοι και αν είναι οι στόχοι για τη μείωση των NPEs, αναμένεται να παραμείνουν σε αυξημένα επίπεδα (και σε πολύ υψηλότερα σε σχέση με άλλες χώρες της ευρωπεριφέρειας) για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα. Επίσης υπάρχει περιορισμένη ικανότητα επιτάχυνσης της μείωσης των NPEs δεδομένων: 1) του κανονισμού για τον αναβαλλόμενο φόρο, 2) της δυνατότητας απορρόφησης στην αγορά NPEs και 3) των χαμηλότερων από τις αναμενόμενες ρυθμίσεις».
• Η δεύτερη πληγή των ελληνικών τραπεζών είναι η αδύναμη κερδοφορία, όπως έδειξαν και τα αποτελέσματα β΄ τριμήνου. Η πιστωτική επέκταση παραμένει σε αρνητικό έδαφος, ενώ τα έσοδα προ προβλέψεων σημείωσαν πτώση. Οπως επισημαίνει η HSBC, «υπάρχουν επίμονα ερωτήματα από τους επενδυτές ως προς την ικανότητα των ελληνικών τραπεζών να διατηρήσουν την προ προβλέψεων κερδοφορία τους, δεδομένου ότι τα οικονομικά τους αποτελέσματα δείχνουν πιέσεις στα καθαρά επιτοκιακά περιθώρια, ενώ απουσιάζει εντελώς η ανάπτυξη στα δάνεια». Από την πλευρά της, η Deutsche Bank σημειώνει πως «η μεγάλη αρνητική έκπληξη ήταν η ισχνότερη –σε σχέση με τις εκτιμήσεις– ενίσχυση κεφαλαίων από τις τράπεζες. Οι απώλειες ήταν μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες, κυρίως λόγω των μη επαναλαμβανόμενων στοιχείων και της αρνητικής επίδρασης από το χαρτοφυλάκιο AFS (διαθέσιμου προς πώληση».
Ευάλωτη στο ρίσκο η ελληνική αγορά
Ενας ακόμη παράγοντας που λειτουργεί αρνητικά στις επιδόσεις των μετοχών των ελληνικών τραπεζών, είναι ότι διαπραγματεύονται με πολύ ρηχούς όγκους συναλλαγών, λόγω της ρηχότητας του ελληνικού Χρηματιστηρίου. «Αυτό είναι ένα τεράστιο πρόβλημα, καθώς μόνο λίγες κινήσεις μπορεί να κάνουν μεγάλη διαφορά», σημειώνει στην «Κ» αναλυτής μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας. «Το Χ.Α. χαρακτηρίζεται από έλλειψη ρευστότητας και αποτελεί μία αναδυόμενη αγορά, που σημαίνει υψηλό ρίσκο και υψηλή μεταβλητότητα. Η Ελλάδα παραμένει ένα “high beta trade” και γι’ αυτόν τον λόγο είναι ευάλωτη ως αγορά στην αλλαγή της επενδυτικής ψυχολογίας γύρω από το ρίσκο». Σημαντικό μέρος της ανησυχίας των επενδυτών και της απουσίας τους από την ελληνική αγορά είναι και το σκηνικό παρατεταμένης προεκλογικής περιόδου καθώς και η αδύναμη ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, κάτι που δεν βοηθά και στην ανάκαμψη των τραπεζών.
• Πονοκέφαλο αποτελεί για τις ελληνικές τράπεζες και το εξωτερικό περιβάλλον, κυρίως το κλίμα στην Ιταλία και στις αναδυόμενες αγορές. Οπως σημειώνει στην «Κ» ο Βολφάνγκο Πικολί, συνεπικεφαλής της Teneo Intelligence, «ο συνδυασμός εξωτερικών παραγόντων και εσωτερικών προκλήσεων που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές τράπεζες, κυρίως όσον αφορά την ανάγκη μεγαλύτερων προβλέψεων για τη σχεδιαζόμενη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, κάτι το οποίο θα πιέσει την κερδοφορία, είναι αυτά που προκαλούν πιέσεις στις μετοχές τους. Το sell-off των αναδυόμενων αγορών έχει παίξει σημαντικό ρόλο». Οπως επισημαίνει στην «Κ» και ο Μάικλ Χιούσον, επικεφαλής αναλυτής της CMC Markets, «οι ελληνικές τράπεζες όπως και ο ευρωπαϊκός τραπεζικός κλάδος συνολικά, είναι εξαιρετικά ευάλωτοι στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ιταλία.
Η μετάδοση είναι πιο έντονη στις ελληνικές, λόγω του τεράστιου μεγέθους των NPLs, καθώς και εξαιτίας του ότι η Ελλάδα παραμένει αδύναμος κρίκος στην Ευρώπη».
• Ο αποκλεισμός από τις αγορές αποτελεί μία ακόμη εστία της επενδυτικής ανησυχίας απέναντι στις τράπεζες. Η άνοδος των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων και η υψηλή μεταβλητότητα που κυριαρχεί από τον Μάιο, έχουν οδηγήσει την Τράπεζα Πειραιώς σε δυσκολία έκδοσης ομολόγου Tier II, το οποίο θα ενισχύσει τα βασικά κεφάλαια της τράπεζας και περιλαμβάνεται στα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί με τις εποπτικές αρχές. Οπως επισημαίνει σε σχόλιό του το Bloomberg Intelligence, η Eurobank δείχνει πόσο ακριβό θα μπορούσε να είναι για μία αδύναμη ελληνική τράπεζα να αντλήσει κεφάλαια. Το ομόλογο Tier ΙΙ της τράπεζας, το οποίο εκδόθηκε με κουπόνι 6,41% τον Ιανουάριο, έχει απόδοση κοντά στο 11% και διαπραγματεύεται στα 76 σεντς του ευρώ. Οποιαδήποτε έκδοση από την Πειραιώς δεν θα μπορεί να έχει κουπόνι χαμηλότερο του 15%.
kathimerini.gr
Δείτε επίσης
- Μήνας πληρωμών ο Ιανουάριος 2025: Όλες οι ημερομηνίες για τις νέες καταβολές
- e-ΕΦΚΑ και ΔΥΠΑ: Ποιοι πληρώνονται έως αύριο
- Εφορία: Τα SOS για να γλιτώστε έξτρα φόρους πληρώνοντας ηλεκτρονικά – Τι πρέπει να γνωρίζετε
- Aκτοπλοϊκά εισιτήρια: Έρχονται νέες αυξήσεις στις τιμές
- ΓΣΕΕ: Πώς αμείβονται όσοι εργαστούν την αργία των Χριστουγέννων