Ο άνθρωπος που αγαπούσε τους ανθρώπους
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος έφυγε, αλλά η κληρονομιά του θα μείνει για πάντα ζωντανή
O Νίκος Παπαδογιάννης κλίνει το γόνυ μπροστά στον ευπατρίδη του μπάσκετ και πατριάρχη του σύγχρονου Παναθηναϊκού.
O Παύλος Γιαννακόπουλος θα είναι, για μένα, ώσπου να σβήσει ο ήλιος, η σωτήρια φωνή και το μικροκαμωμένο χέρι που άνοιξε την πόρτα του αβάτου.
«Μπες εδώ μέσα, παιδί μου παιδί μου, και μη φοβάσαι τίποτε. Δεν θα σε πειράξει κανείς».
Ασφαλώς και δεν θα με πείραζε κανείς. Ποιος να με πειράξει μέσα στα αποδυτήρια του Παναθηναϊκού, με τον ίδιο τον πρόεδρο φρουρό ακριβώς απ’ έξω;
Οι μανιασμένοι χούλιγκανς που ήθελαν να με ξυλοκοπήσουν επειδή θεωρούσαν τον τηλεσχολιαστή υπεύθυνο για την ήττα αναδιπλώθηκαν και χάθηκαν στα στενά των Πατησίων.
«Μείνε μέσα όσο θέλεις», είπε ο Παύλος, και έδιωχνε τους αφιονισμένους. «Μα, πρόεδρε…». «Βρε φύγετε από εδώ»!
Θυμάμαι το απορημένο βλέμμα του Φραγκίσκου Αλβέρτη και άλλων παικτών. Έπειτα άνοιξε μία δεύτερη πόρτα, στα ενδότερα των αποδυτηρίων του Σπόρτινγκ. «Ελα καλύτερα εδώ, για να μην είσαι με τους παίκτες».
Αυτή τη φορά, η δίδυμη φωνή ανήκε στους Ζέλικο Ομπράντοβιτς και Δημήτρη Ιτούδη.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος αγαπούσε παθολογικά τον Παναθηναϊκό, αλλά τις αρχές του τις είχε πιο ψηλά και από την ίδια την παθολογική αγάπη που τον ωθούσε να σκορπίσει πακτωλούς εκατομμυρίων.
Δεν υπήρχε περίπτωση να επιτρέψει προπηλακισμό δημοσιογράφου μέσα στο ίδιο του το σπίτι - ή οπουδήποτε αλλού.
Κάποια άλλη στιγμή, στο «Μεγάλη Βρετανία», με απομόνωσε για να μου τα ψάλει, για κάποιο άλλο θέμα.
Το έκανε σε άπταιστο πληθυντικό. Ήταν ο άνθρωπος που θα μιλούσε με ευγένεια ακόμα και στους εχθρούς του. Αλλά δεν είχε τέτοιους.
Από τους μυριάδες ανθρώπους που γνώρισα στα 31 χρόνια της θητείας μου στο αθλητικό ρεπορτάζ, ο Παύλος Γιαννακόπουλος ήταν μάλλον ο σημαντικότερος.
Μικρός το δέμας, μεγάλος στο ανάστημα. Ακόμα και τα σφάλματά του, ουκ ολίγα φυσικά, ήταν έντιμα λάθη καλής προαίρεσης. Λάθη για τα οποία ο ίδιος μετάνιωνε.
Εάν υπήρχε τρόπος να γυρίσει τον χρόνο πίσω, λίγο πριν αποχαιρετίσει αυτόν τον μάταιο κόσμο, ασφαλώς θα χειριζόταν διαφορετικά το θέμα Γκάλη.
Θα έβρισκε τρόπο να τιθασεύσει τα νεύρα του ώστε να αφήσει ήσυχο το μανίκι του Κορομηλά. Δεν θα απέσυρε τον Παναθηναϊκό από εκείνον τον (μη) τελικό των «ξυλοπόδαρων».
Και θα έπαιρνε κάποιον άλλον προπονητή, στη θέση του Μπόζινταρ Μάλκοβιτς.
«Το μεγάλο λάθος μου ήταν ο Μάλκοβιτς», μου εξομολογήθηκε, σε μία από τις σπάνιες συνεντεύξεις του, το 1999 για το περιοδικό Άθλος της Ελευθεροτυπίας.
Πίστευε ότι η σεζόν 1996-97 (αμέσως μετά την κατάκτηση του πρώτου Ευρωπαϊκού) γύρισε τον Παναθηναϊκό αρκετά χρόνια πίσω, με την αποψίλωση του ελληνικού στοιχείου και το άδοξο τέλος της επένδυσης Ντομινίκ.
Δεν έχουν και τόση σημασία όλα αυτά. Σημασία έχει το Σπόρτινγκ και όλα τα Σπόρτινγκ.
Και τα ων ουκ εστιν αριθμός παρόμοια περιστατικά, πολύ σημαντικότερα από την προσωπική μου μαρτυρία, με πρωταγωνιστές άγνωστους ανθρώπους που είχαν ανάγκες ζωτικές.
Σημασία έχει, ότι ο Παύλος Γιαννακόπουλος (παράγων ήδη από το 1971 του ποδοσφαιρικού Παναθηναϊκού) έσπευσε από τους πρώτους στο Ζάννειο για να βοηθήσει με φάρμακα και δωρεές τα θύματα της Θύρας 7.
Σημασία έχει, ότι μοίραζε πεντοχίλιαρα στους ζητιάνους που συναντούσε κοντά στα παλιά γραφεία της οδού Βερανζέρου. Όταν έκανε κρύο, τους έπαιρνε και καστανάκια, για να ζεσταθούν.
Σημασία έχει, ότι ήταν ένας άνθρωπος καλός καγαθός, που δεν άφησε τα πλούτη και την επιτυχία να αλλοιώσουν τον χαρακτήρα που του κληροδότησαν οι δικοί του γονείς.
Ο Παύλος Γιαννακόπουλος δεν γεννήθηκε μεγαλοαστός, αλλά έγινε η ενσάρκωση της αστικής τάξης, με την καλύτερη δυνατή έννοια της φράσης.
Ήταν ένας άνδρας ευγενής, καλοπροαίρετος, φιλάνθρωπος, προσηνής, κιμπάρης, πράος, χωρατατζής στις καλές του, αυστηρός όταν έπρεπε.
«Ένας παράγοντας παλαιάς κοπής», διάβασα κάπου. Ένας άνθρωπος παλαιάς κοπής, σπεύδω να διορθώσω. Ένας αγνός ευπατρίδης, που όμοιοί του δεν υπάρχουν πια.
Από κάποιο καπρίτσιο της τύχης, συνέβη να βρίσκομαι για ρεπορτάζ στον «Τάφο του Ινδού» (στο κλειστό που σήμερα φέρει το όνομά του), όταν ο Παύλος Γιαννακόπουλος εξελέγη για πρώτη φορά στον προεδρικό θώκο του ερασιτέχνη, τότε, Παναθηναϊκού.
Ήταν το βράδυ του προημιτελικού Ελλάδας-Ιταλίας, Τετάρτη 10 Ιουνίου 1987, ακριβώς 31 χρόνια πριν τον θάνατό του. Δεν νομίζω να υπήρχε άλλος δημοσιογράφος εκεί, αφού η Ελλάδα στέναζε στο ΣΕΦ.
Ακόμα και οι εκλέκτορες του Παναθηναϊκού συνωστίζονταν πάνω από τις ασπρόμαυρες φορητές τηλεοράσεις που έφερναν μαζί τους οι προνοητικοί.
Ουδείς μπορούσε να φανταστεί εκείνη τη βραδιά, ότι ο Γκάλης, ο Γιαννάκης, ο Πολίτης, ο Χριστοδούλου, αλλά και ο Βράνκοβιτς, ο Βολκόφ, ο Ράτζα, ο Πάσπαλι και παρ’ ολίγον ο Ντράζεν θα ντύνονταν τα επόμενα χρόνια στα πράσινα.
Οι ήρωες του Ευρωμπάσκετ έγιναν ήρωες του Παναθηναϊκού χάρη στον άνθρωπο που αρκετοί από τους ψηφοφόρους, μέσα στην άγνοιά τους, καταψήφιζαν!
Και μαζί τους, κάποια αστέρια του ΝΒΑ που γνώριζαν την Ελλάδα μόνο από το National Geographic (Nτόμινικ Ουίλκινς, Μπάιρον Σκοτ), οι εμβληματικοί αστέρες της επόμενης εγχώριας φουρνιάς (Διαμαντίδης, Σπανούλης και …όλη η Εθνική του 2005-6), Ευρωπαίοι σούπερ σταρ που έγραψαν ιστορία (Μποντιρόγκα, Ρέμπρατσα, Κάτας, Γιασικέβιτσιους κ.λ.π.), προπονητές εστεμμένοι με ευρωπαϊκούς τίτλους (Παβλίτσεβιτς, Μάλκοβιτς, Ομπράντοβιτς).
Ένας σύλλογος, που, υπό την προεδρία του Παύλου, εγινε ξακουστός εξάστερος της Ευρώπης, από ταπεινός τριτοτέταρτος της Ελλάδας (8ος μόλις το 1992).
Για τους Παναθηναϊκούς, ο Παύλος Γιαννακόπουλος υπήρξε πατριάρχης της σύγχρονης εποχής. Για τους αντιπάλους, ήταν ο καλύτερος αντίπαλος που μπορούσαν ποτέ να ονειρευτούν.
Και για εμάς τους ουδέτερους υπηρέτες του μπάσκετ και του αθλητισμού, ένα παντοτινό σημείο αναφοράς, για το σπάνιο ήθος του και για την ανιδιοτελή προσφορά του.
Ένας Κύριος, με κεφαλαίο το αρχίγραμμα, ακόμα και τώρα που έφυγε. Ένας κύριος μένει πάντοτε κύριος. Ακόμα και στο φευγιό του.
Όπως, πολύ εύστοχα, έγραψε ο Βλαδίμηρος Γιάνκοβιτς στο Twitter, o Παύλος ήταν ο άνθρωπος που αγαπούσε τους ανθρώπους.
Το θυμάται, άλλωστε, ο Βλάντο, από τότε που ο πρόεδρος του Παναθηναϊκού ξενυχτούσε στο νοσοκομείο και έφερνε τους καλύτερους γιατρούς για να σώσουν τον δύσμοιρο Μπόμπαν.
Ας είναι ελαφρύ το χώμα που θα σκεπάσει τον κύριο Παύλο Γιαννακόπουλο. Και ας μείνουν για καιρό οι σημαίες μεσίστιες.