Ο Αθηναίος φιλόσοφος Σωκράτης γεννήθηκε το 470 π.Χ., και έζησε στην Πόλη της Αθήνας.
Είναι αυτός που έστρεψε την φιλοσοφική σκέψη από την Φύση στον Άνθρωπο, και θεωρείται ο πατέρας της διαλεκτικής. Το 399 π.Χ. κατηγορήθηκε από Αθηναίους πολίτες ότι δεν σέβεται τους θεούς και ότι διαφθείρει τους νέους, βρέθηκε ένοχος και καταδικάστηκε σε θάνατο με κώνειο. Στο άρθρο αυτό θα επιχειρήσω να παρουσιάσω κάποια στοιχεία της Σωκρατικής φιλοσοφίας που θεωρώ ότι είναι επίκαιρα, δηλαδή έχουν άμεση δυνατότητα εφαρμογής από τον σημερινό άνθρωπο στην σημερινή κοινωνική συγκρότηση. Είναι αυτονόητο ότι μόνο ορισμένα στοιχεία μπορεί να περιληφθούν σε ένα άρθρο, κι έτσι έχω επιλέξει εκείνα που μου ήρθανε πρώτα στο νου. Αυτή η επιλογή όμως δεν είναι αξιολογική.
Ο Σωκράτης ήταν ένας μονήρης φιλόσοφος που δεν ζήτησε ποτέ αμοιβή για να πει αυτά που είχε να πει. Δεν είχε καν μια σταθερή ομάδα μαθητών. Ο Σωκράτης ήτανε ένας «αρνητικός» φιλόσοφος. Ενώ συνήθως ο φιλόσοφος προσπαθεί να λύσει ένα φιλοσοφικό πρόβλημα, να δώσει δηλαδή μια θετική απάντηση σε ένα φιλοσοφικό ερώτημα, ο Σωκράτης δεν έκανε ποτέ κάτι τέτοιο. Αντίθετα, εκείνο που διεκήρυττε ήταν ότι το μόνο που γνωρίζει είναι ότι δεν γνωρίζει τίποτε.
«Κριτία, φέρεσαι σα να έχω ομολογήσει ότι γνωρίζω τις απαντήσεις στις ερωτήσεις που σου κάνω, και θα μπορούσα να σου τις δώσω αν το ήθελα. Δεν είναι έτσι. Αναζητώ μαζί σου (την αλήθεια) ... γιατί ούτε εγώ έχω την γνώση...» (Χαρμίδης, 165d).
Παρόλα αυτά, όταν ρώτησαν την Πυθία ποιος είναι ο σοφότερος Έλληνας, αυτή απάντησε «ο Σωκράτης», μια απάντηση που διήγειρε την περιέργεια του Σωκράτη. Προσπάθησε λοιπόν να καταλάβει γιατί η Πυθία έδωσε τέτοιο χρησμό. Μιλώντας με διάφορους πολίτες στην Αθήνα, ο Σωκράτης κατάλαβε ότι ενώ εκείνος είχε τουλάχιστον την αυτογνωσία ότι δεν γνωρίζει τίποτε, εκείνοι νόμιζαν ότι ήξεραν τα πάντα, χωρίς όμως να ισχύει κάτι τέτοιο. Η Πυθία λοιπόν είπε ότι σοφότερος είναι εκείνος που έχει επίγνωση της άγνοιας του, και όχι εκείνος που στερείται αυτή την επίγνωση. Η άγνοια είναι σοφία.
Αν δεχτούμε ότι κάποια πράγματα τα γνωρίζουμε, ενώ άλλα όχι, η Σωκρατική προσέγγιση μας θυμίζει ότι πρέπει πάντα να έχουμε επίγνωση της γνώσης αλλά και της άγνοιας που μας χαρακτηρίζει. Αυτά τα δύο είναι αχώριστα και πάνε μαζί, με έμφαση στην άγνοια. Έτσι ο Σωκράτης, πιστός στην αρνητική του μέθοδο, προσεγγίζει την γνώση μέσα από την άγνοια. Η πρώτη και μεγάλη ωφέλεια αυτής της προσέγγισης είναι ότι η αποδοχή της άγνοιας είναι λυτρωτική. Ο άνθρωπος που αποδέχεται την άγνοια του είναι ελεύθερος να προσεγγίσει την γνώση, την Αλήθεια, σε σχέση με εκείνον που είναι δέσμιος μιας «δήθεν» γνώσης και δεν μπορεί να αναζητήσει τίποτε πέρα από τις αυταπάτες του. Όσο μεγαλύτερη η επίγνωση της άγνοιας που κατέχω, τόσο σοφότερος είμαι.
Ο Γερμανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα Χέγκελ δίνει μια άλλη διάσταση της «άγνοιας» του Σωκράτη. «Πράγματι, μπορεί κανείς να πει ότι ο Σωκράτης δεν ήξερε τίποτε επειδή δεν δόμησε με επιστημονική μέθοδο μια συστηματική φιλοσοφία. Είχε επίγνωση αυτού και δεν είχε σκοπό να διαμορφώσει μια επιστήμη.» Θα μπορούσε βέβαια κανείς να αντικρούσει τον Χέγκελ λέγοντας ότι το να διαμορφώνει μια συστηματική φιλοσοφία που έχει απαντήσεις για όλα δεν είναι υποχρεωτικά κάτι θετικό. Αν ζούσε σήμερα ο Σωκράτης, θα μας έλεγε να είμαστε επιφυλακτικοί με όλους εκείνους που έχουν τις απαντήσεις σε όλα, ακόμη δε περισσότερο, όταν αυτές οι απαντήσεις συγκροτούν ένα «σύστημα». Αυτό όμως είναι αντικείμενο για κάποια άλλη συζήτηση.
Σε ό, τι αφορά την διαδικασία, η μέθοδος του Σωκράτη βασιζόταν σε ερωτήσεις και απαντήσεις. Έτσι με τον Ευθύφρονα, ένα νέο που κατηγορεί στο δικαστήριο τον πατέρα του για φόνο, ο Σωκράτης προσπαθεί να μάθει τι είναι η ευσέβεια και τι η ασέβεια, τι είναι το όσιο και το ανόσιο. Ο Σωκράτης τοποθετεί τον εαυτό του στην θέση του άσχετου, του μαθητή, και ζητά από τον Ευθύφρονα να τον διδάξει. Ενώ όμως ο Ευθύφρων ξεκινάει γεμάτος αυτοπεποίθηση και είναι κολακευμένος που ο Σωκράτης τον θεωρεί δάσκαλο του, σιγά – σιγά χάνει τον βηματισμό του. Ο Σωκράτης απορρίπτει τις απαντήσεις που είναι ανεπαρκείς την μία μετά την άλλη.
Στο τέλος του διαλόγου, ο Σωκράτης επισημαίνει στον Ευθύφρονα:
«Η μήπως δεν καταλαβαίνεις ότι ή κουβέντα μας έφερε μια γυροβολιά κι ήρθε πάλι στο ίδιο σημείο;»
Ο Ευθύφρων πανικοβάλλεται κι εγκαταλείπει τον διάλογο με τον Σωκράτη, χωρίς να έχει απαντήσει τι είναι η ευσέβεια και τι είναι η ασέβεια. Έτσι τελειώνει και ο διάλογος. Χωρίς να δοθεί η ΣΩΣΤΗ απάντηση, χωρίς να γνωρίζουμε ποια είναι αυτή, με ένα μεγάλο ερωτηματικό να καλύπτει τα πάντα.
Και στη διαδικασία λοιπόν, ο Σωκράτης ακολουθεί μια αρνητική μέθοδο αφού εκείνο που καταφέρνει είναι να απορρίπτει τις ανεπαρκείς απαντήσεις, χωρίς να διασφαλίζει την ύπαρξη και την εύρεση της σωστής απάντησης.
Ο Σωκράτης δεν αποζητά μια οποιαδήποτε απάντηση, αποζητά την σωστή απάντηση. Και αν η σωστή απάντηση δεν φαίνεται στον ορίζοντα, συνεχίζει να ψάχνει, χωρίς να πανικοβάλλεται από το κενό. Η αναζήτηση της Αλήθειας είναι τόσο σημαντική για τον Σωκράτη που δεν θα διστάσει και ο ίδιος να αλλάξει γνώμη αν η διαλεκτική διαδικασία το επιβάλλει.
Απευθυνόμενος στον μεγάλο σοφιστή Πρωταγόρα, ο Σωκράτης λέει: «δεν έχω άλλο ενδιαφέρον να επιχειρηματολογώ μαζί σου, παρά να ξεκαθαρίζω τα προβλήματα μου καθώς προκύπτουν» (Πρωταγόρας, 348c)
Οι μελετητές Gregory Vlastos & Daniel W. Graham (“The Paradox of Socrates”, 1971) επισημαίνουν ότι αυτό που ο Σωκράτης αποκαλεί «γνώση», το θεωρεί απαραίτητο και αναγκαίο για την ηθική αρτιότητα. Η μέθοδος του Σωκράτη είναι από τα μεγαλύτερα επιτεύγματα της ανθρωπότητας επειδή καθιστά την ηθική διερεύνηση μια συνήθη ανθρώπινη δραστηριότητα, ανοιχτή σε κάθε άνθρωπο. Η πρακτική της δεν απαιτεί ένα φιλοσοφικό σύστημα, μια τεχνική, ένα λεξιλόγιο. Απαιτεί μόνο κοινή λογική και κοινή γλώσσα. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η ηθική αυτή διερεύνηση είναι εύκολη.
Από μια άποψη ο Σωκράτης ήταν εξαιρετικός στο να «αποδομεί» τον συνομιλητή του και να τον οδηγεί σε αδιέξοδο, σε «απορία», χωρίς υποχρεωτικά να δίδει στη συνέχεια την απάντηση στην ερώτηση της συνομιλίας. Σα να μην τον ενδιέφερε η απάντηση, παρά μόνο η διαδικασία «αποδόμησης» του συνομιλητή. Ο Σωκράτης φαίνεται να κατεδαφίζει, χωρίς να χτίζει. Παράλληλα, υπάρχει και η ερμηνεία που έδωσε ο Δανός φιλόσοφος του 19ου αιώνα Κίρκεγκαρ, που ισχυρίζεται ότι ο Σωκράτης ταλαιπωρεί μεν τους συνομιλητές τους, όμως τους κάνει ένα μεγάλο δώρο ακολουθώντας την εξοντωτική διαδικασία του διαλόγου που πολλές φορές δεν καταλήγει πουθενά. Τους δίνει την ευκαιρία να ανακαλύψουν την υποκειμενικότητα τους. Να πάψουνε δηλαδή να είναι «φερέφωνα» και να αποκτήσουν την δική τους φωνή. Η περίφημη Σωκρατική «ειρωνεία» αποτελεί κατά τον Κίρκεγκαρ το κύριο Σωκρατικό εργαλείο προς αυτήν την κατεύθυνση.
Με όλα αυτά, ο Σωκράτης φέρνει στο προσκήνιο το «υποκείμενο», τον άνθρωπο σαν μονήρη οντότητα. Η Αλήθεια υπάρχει, καθ’ εαυτή, αλλά ο άνθρωπος θα πρέπει να την ανακαλύψει για λογαριασμό του, και μόνο τότε θα μπορέσει να την εντάξει στην ζωή του. Η Αλήθεια αποκτά αξία για τον άνθρωπο όχι επειδή υπάρχει, αλλά από τη στιγμή που γίνεται κτήμα του ανθρώπου, αποκαλύπτεται και εσωτερικοποιείται. Εδώ αξίζει να επισημάνω την αντίθεση του εξώτερου προς το εσώτερο. Η διάθλαση της Αλήθειας από το εξώτερο στο εσώτερο την αναδεικνύει και την καθιστά χρήσιμη για τον άνθρωπο. Στον «Θεαίτητο», ο Σωκράτης αυτοχαρακτηρίζεται «μαία», «μαμή», που βοηθά να γεννηθεί η γνώση μέσα από τον ερωτώμενο, αν φυσικά υπάρχει αυτή η γνώση.
Η λέξη κλειδί στην Σωκρατική φιλοσοφική ύπαρξη είναι η αναζήτηση, το ψάξιμο, όχι η σιγουριά και η εξασφάλιση κάποιου τελικού αποτελέσματος, με τρόπο που αναδεικνύει το υποκείμενο, και όχι μια απρόσωπη αντικειμενικότητα.
Αν ακολουθήσουμε μια τέτοια προσέγγιση στην σχέση ενός σύγχρονου ανθρώπου με την θρησκεία, θα δούμε ότι πολλά από τα μεγάλα προβλήματα δημιουργούνται από την άκριτη και εύκολη υιοθέτηση των θρησκευτικών ιδεών και δογμάτων, χωρίς κόπο, χωρίς προσωπική επεξεργασία. Με τον «τυφλό» και άβουλο αυτό τρόπο είναι πολύ εύκολο να γίνουν δεκτές πρακτικές που θα απορρίπτονταν αν είχαν υποβληθεί στην βάσανο της Σωκρατικής διερεύνησης.
Όχι μόνο θρησκείες, αλλά και πολιτικά κόμματα και κυβερνήτες, επιδιώκουν να έχουν άβουλο και τυφλό κοινό να τους ακολουθεί, μια άμορφη μάζα που εκτελεί χωρίς να σκέφτεται και να αναλύει όλες τις εντολές του θρησκευτικού ή/και πολιτικού ηγέτη.
Μόλις όμως ο πιστός, ο πολίτης, πάψει να είναι άβουλο όν, και αρχίσει να σκέφτεται και να κρίνει και να εξετάζει, οι άκαμπτες και άκριτες «αλήθειες» καταρρέουν. Ο κόσμος μετατρέπεται σε ένα κόσμο πολύ δύσκολο, και μόνο με πολλή προσπάθεια θα καταφέρει ο πιστός, ο πολίτης, να αποκτήσει μια εικόνα το τι συμβαίνει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι έχει την πλήρη εικόνα.
Ο Σωκράτης μας προτρέπει να ακολουθήσουμε την δύσκολη οδό είτε αυτή αφορά την θρησκευτική ζωή, είτε την πολιτική, είτε οιανδήποτε άλλη πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης. Όπως έστρεψε την ματιά της Φιλοσοφίας μακριά από την Φύση και την προσανατόλισε στον άνθρωπο, έτσι την στρέφει μακριά από τα θρησκευτικά και πολιτικά δόγματα, και τις απόλυτες αλήθειες, και καλεί τον άνθρωπο να ψάξει να βρει και να διαμορφώσει ο ίδιος την προσωπική του άποψη σχετικά με τα μικρά και τα μεγάλα θέματα της ζωής. Αυτό δεν σημαίνει απάρνηση, αλλά κριτική προσέγγιση. Και θεωρώ ότι την έχουμε σήμερα πολύ μεγάλη ανάγκη.
*Ο Νίκος Μορόπουλος είναι Σύμβουλος Εταιρικών Μετασχηματισμών (MSc)
cnn.gr
Δείτε επίσης
-
Δεν υπάρχουν καταχωρήσεις